facebook_page_plugin

Κιν/φος

Μια σούπερ κινηματογραφική εβδομάδα είναι αυτή που έρχεται με την καινούργια sci-fi περιπέτεια του Κρίστοφερ Νόλαν και το νέο κοινωνικό δράμα των αδελφών Νταρντέν να ξεχωρίζουν.

Interstellar

Οραματιστής νέων συναρπαστικών κινηματογραφικών κόσμων και μετρ του σινεμά της απόδρασης από την πραγματικότητα, ο Κρίστοφερ Νόλαν παρουσιάζει την πιο φιλόδοξη ταινία της καριέρας του. Η εξωγήινη εξτραβαγκάντζα του παρουσιάζει το τέλος του πλανήτη όπως τον ξέραμε. Η έμβια ζωή στη Γη θα αποτελεί σύντομα παρελθόν και η ανθρωπότητα μετρά αντίστροφα μέχρι το δραματικό τέλος της. Μοναδική ελπίδα η φυγή έξω από τη στρατόσφαιρα και η ανακάλυψη μιας νέας φιλόξενης εστίας για το είδος μας. Μπροστάρης σε αυτό το ταξίδι ο πρώην πιλότος και λάτρης της περιπέτειας Κούπερ, ο οποίος αφήνει πίσω τα δύο παιδιά του για να βρει την καινούργια Γη της Επαγγελίας. Ο πιο καυτός σταρ των καιρών μας Μάθιου ΜακΚόναχι είναι αυτός που αναλαμβάνει να απογειώσει την εξωγήινη περιπέτεια προς τον οσκαρικό γαλαξία, με την Αν Χάθαγουεϊ να κάθεται δίπλα του στο πιλοτήριο

 

 


Δυο Ημέρες, Μια Νύχτα

Παρότι έχει σαρώσει όλα τα βραβεία του Φεστιβάλ Κανών (δύο φορές Χρυσό Φοίνικα! ), το ασυναγώνιστο δίδυμο των Βέλγων auteurs έφυγε από τη φετινή Κρουαζέτ με άδεια χέρια, υπογράφοντας παρόλα αυτά μία από τις σπουδαιότερες ταινίες της καριέρας του. Στο απόλυτα επίκαιρο πολιτικά και συγκινητικό όσο δεν περιγράφεται «Δυο Ημέρες, Μια Νύχτα» η εργάτρια εργοστασίου Μαριόν Κοτιγιάρ έχει στη διάθεσή της ένα σαββατοκύριακο για να πείσει τους δεκάξι συναδέλφους της να αλλάξουν την απόφασή τους (έχει ήδη προηγηθεί μια ψηφοφορία ) και να ψηφίσουν υπέρ της παραμονής της στη δουλειά, θυσιάζοντας έτσι το χιλίων ευρώ ετήσιο μπόνους τους. Χωρίς μελοδραματισμούς και διδακτικές ευκολίες, η κινηματογραφική ευθύτητα συναντά το αμεσότερο σύγχρονο κοινωνικό δίλημμα, με την οσκαρική ντίβα Μαριόν Κοτιγιάρ σε ρεσιτάλ λιτής και ουσιαστικής ερμηνείας.

 




We Are The Best 

Τρεις νεαρές μαθήτριες σχηματίζουν μια πανκ μπάντα στη Σουηδία του ’80. Σε συνέχεια των «Δείξε μου Αγάπη», «Μαζί» και «Λίλια για Πάντα», το «We are the Best!» είναι η έβδομη ταινία του Λούκας Μούντισον όπου παρουσιάζει την Μπόμπο, την Κλάρα και τη Χέντβιγκ, τρεις μικρές επαναστάτριες στη Στοκχόλμη των 80s. Οι τρεις κοπέλες παρά τις διαφορές τους βρίσκουν το κοινό τους στοιχείο στη μουσική και φτιάχνουν μια μπάντα χωρίς να έχουν μουσικά όργανα, θέλοντας να αποδείξουν ότι η πανκ μουσική δεν έχει πεθάνει και ότι εκείνες είναι «οι καλύτερες», σε μια προσπάθεια ανεξαρτητοποίησης από τους μεγάλους και το σχολείο. Πρόκειται για μια ξεχωριστή ταινία για την εφηβεία και τη γυναικεία φιλία όπου ο Μούντισον καταφέρνει να απεικονίσει την αθωότητα εκείνων των χρόνων χωρίς τη συγκαταβατικότητα των ενηλίκων απέναντι στους εφήβους.

 




Οι Υπερέξι

Στο υπερηρωικό animation της Disney, ο 14χρονος Χίρο Χαμάντα αναπτύσσει μια πολύ ιδιαίτερη σχέση με ένα κατασκευασμένο από τον μεγάλο του αδερφό ρομπότ με φουσκωτό σουλούπι, προγραμματισμένο να βοηθά και να θεραπεύει τους ανθρώπους. Μαζί με τους πωρωμένους με την τεχνολογία φίλους του Γκο-Γκο Ταμάγκο, Γουασάμπι, Ξινομελένια και Φρεντ θα βγουν στους δρόμους του μητροπολιτικού Σαν Φρανσόκιο (πώς λέμε Σαν Φρανσίσκο και Τόκιο ), φορώντας ρομποτικές στολές μάχης, για να αντιμετωπίσουν μια απειλητική συνωμοσία. Συναίσθημα, χιούμορ και μπόλικη ρομποτική από τα Walt Disney Animation Studios, που επέλεξαν μια αρκετά ελεύθερη απόδοση του ομώνυμου κόμικς της Marvel. Κυκλοφορεί, φυσικά, και σε 3D.

 

>


Τα Ερείπια Είναι Πάντα Θλιμμένα

Βίαιο, αιματοβαμμένο θρίλερ με βραβείο κριτικών στο Φεστιβάλ Κανών. Με δανεικά, υποθήκες κι ένα πρόγραμμα crowdfunding που του εξασφάλισε μερικές χιλιάδες δολάρια, ο 30χρονος Τζέρεμι Σόλνιερ γύρισε ένα πρωτότυπο, χιουμοριστικά βίαιο θρίλερ εκδίκησης, το οποίο απορρίφθηκε από το Φεστιβάλ του Σάντανς, προορισμένο να έχει την τύχη της προηγούμενης ταινίας του «Murder Party», μιας φτηνής κωμωδίας τρόμου του 2007. Η επιλογή όμως του «Τα Ερείπια Είναι Πάντα Θλιμμένα» από το Δεκαπενθήμερο Σκηνοθετών στο Φεστιβάλ Κανών άλλαξε την τύχη τόσο του φιλμ όσο και του δημιουργού του, ο οποίος επέστρεψε από την Κρουαζέτ με το βραβείο FIPRESCI της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών. Τώρα όλοι μιλούν για ένα ευρηματικό θρίλερ που φέρνει στο νου το «Μόνο Αίμα» των αδερφών Κοέν, δεδηλωμένη πηγή έμπνευσης άλλωστε του Σόλνιερ.

 




Συγκάλυψη

Τομ Χάρντι και Τζέιμς Γκαντολφίνι πρωταγωνιστούν σε νεοϋορκέζικο γκανγκστερικό δράμα που σκηνοθετεί ο Μίκαελ Ρόσκαμ του υποψήφιου για Όσκαρ «Bullhead». Η ιστορία, που είναι βασισμένη σε σενάριο του Ντένις Λιχέιν («Mystic River», «Gone Baby, Gone» ), μας συστήνει τον Μπομπ Σαγκινόφσκι (Τομ Χάρντι ), έναν μοναχικό μπάρμαν που βρίσκεται άθελα του μπλεγμένος στον νεοϋορκέζικο υπόκοσμο του Μπρούκλιν. Ακολουθώντας τις οδηγίες του καταπιεστικού ιδιοκτήτη του μπαρ και ξαδέλφου του, Μαρβ (Τζέιμς Γκαντολφίνι ), ο Μπομπ θα βρεθεί μπλεγμένος σε μια ασυνήθιστη περίπτωση ληστείας, προκαλώντας την προσοχή της αστυνομίας η οποία ερευνά το παρελθόν της γειτονιας του

 

>

Ο 56χρονος Αμερικανός κάνει μια ενδιαφέρουσα αλλαγή κινηματογραφικής ρότας, επιχειρώντας –επιτέλους- κάτι διαφορετικό. Εξάλλου, η κριτική που ασκήθηκε για το πρόσφατο «Dark Shadows» ήταν σφοδρή, με αρκετούς να τον κατηγορούν ότι τα τελευταία χρόνια έχει υποκύψει σε μια «στεγνή» δημιουργικά μανιέρα με εμπορικό προσανατολισμό.

Τώρα, ο Μπάρτον κάνει καλλιτεχνική στροφή 180 μοιρών, αφήνοντας (για λίγο; ) το σινεμά φαντασίας στην άκρη. Πιο συγκεκριμένα, ο Αμερικανός σκηνοθέτης μετά τον «Εντ Γουντ» μεταφέρει για μόλις δεύτερη φορά μια αληθινή ιστορία στην οθόνη. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι θα λείπει από το «Big Eyes» η αγαπημένη μπαρτονική αισθητική δεξιοτεχνία. Η ενδυματολόγος Κολίν Ατγουντ και ο σκηνογράφος Ρικ Χάινρικς, πιστοί συνεργάτες του εδώ και δεκαετίες, εγγυούνται για το εικαστικό αποτέλεσμα. Η μεγάλη είδηση είναι, όμως, ότι δεν θα δούμε τον Τζόνι Ντεπ και την Έλενα Μπόναμ Κάρτερ σε ταινία του Τιμ Μπάρτον (! ), αφού το πρωταγωνιστικό δίδυμο του «Big Eyes» είναι η σούπερ φορμαρισμένη Έιμι Άνταμς και ο οσκαρικός Κρίστοφ Βαλτς.

Η νέα ταινία του Μπάρτον ξεδιπλώνει στην οθόνη ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα στο χώρο της τέχνης. Στη δεκαετία του ’60 μια σειρά από πορτραίτα με τεράστια εκφραστικά μάτια που είχαν στο κάτω μέρος τους την υπογραφή «Κιν» τράβηξαν την προσοχή της αμερικανικής εικαστικής κοινότητας και του κοινού. Ο Γουόλτερ Κιν ισχυριζόταν για αρκετά χρόνια ότι τα έργα αυτά ήταν δικά του. Η αλήθεια ήταν, όμως, διαφορετική αφού η σύζυγός του Μάργκαρετ ήταν αυτή που δημιούργησε τους επιδραστικούς καλλιτεχνικά πίνακες στο πατάρι του σπιτιού τους. Τα μυστικά του επτασφράγιστου εικαστικού μυστικού αποκαλύφτηκαν μετά το χωρισμό του ζευγαριού, κατά τη διάρκεια μιας πολύχρονης δικαστικής διαμάχης.

Η αλήθεια είναι ότι τα «Μεγάλα Μάτια» του Μπάρτον κοιτούν επίμονα προς τα Όσκαρ, αφού είναι γνωστό σε όλους ότι τα μέλη της Ακαδημίας αρέσκονται στις αληθινές ιστορίες και στα πανθρώπινα διδάγματά τους. Πόσο μάλλον όταν αυτό το based on true story φιλμ υπογράφει ένας από τους σπουδαιότερους Αμερικανούς σκηνοθέτες που είναι οσκαρικά ορφανός.

Δείτε παρακάτω το πρώτο τρέιλερ από το «Big Eyes» που θα κάνει πρεμιέρα στη χώρα μας στις 25 Δεκεμβρίου 2014.

Ο Πολωνός σκηνοθέτης των βρετανικών «Το Τελευταίο Καταφύγιο» και «Το Καλοκαίρι του Έρωτά μου» επιστρέφει θριαμβευτικά στην πατρίδα του με το ασπρόμαυρο «Ida», που βγαίνει αυτήν την εβδομάδα στις αίθουσες, κι εξηγεί στο «α» γιατί δεν πρόκειται απλώς για άλλο ένα ιστορικό δράμα.

Τι σημαίνει η επιστροφή­ στη γενέτειρά σας και η πρώτη σας ταινία στην πολωνική γλώσσα;
Η Πολωνία είναι η πατρίδα μου.

Δεν την εγκατέλειψα οικειοθελώς στα 14 μου, βρίσκομαι όμως σε διαρκή επαφή μαζί της. Αφού χήρεψα και με τα παιδιά μου να έχουν πλέον ενηλικιωθεί, νιώθω πως μπορώ να ζήσω ελεύθερα όπου επιθυμώ. ­Επιστρέφω λοιπόν στη Βαρσοβία, την αγαπημένη μου πόλη, και όχι μόνο κινηματογραφικά.

Με την «Ida» επέστρεψα όμως και στο παρελθόν, στα χρόνια του ’60 και της παιδικής μου ηλικίας.

Ως κινηματογραφιστής νιώθω όλο και πιο ξένος στο παρόν και νοσταλγώ όλο και περισσότερο έναν κόσμο λιγότερο θορυβώδη, στριμωγμένο­, αυτάρεσκο και υποταγμένο στη δύναμη της εικόνας αλλά και χαρακτήρες που έζησαν συχνά τραγικές ζωές, διατήρησαν ωστόσο αυθεντικά πρόσωπα και συμπεριφορές. χαρακτηριστικά σκαλισμένα περισσότερο από την αληθινή καθημερινότητα και όχι από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και το ρηχό lifestyle.
Γιατί επιλέξατε το ασπρόμαυρο και το συγκεκριμένο, ιδιαίτερα στιλιζαρισμένο σκηνοθετικό στιλ;

Οι εικόνες εκείνης της περιόδου έχουν μείνει στη μνήμη μου ασπρόμαυρες. Όπως και οι φωτογραφίες της εποχής στο οικογενειακό άλμπουμ.

Κι ενώ η ταινία είναι ρεαλιστική, ήθελα να έχει κάτι το αχρονικό. η ιστορία της να ξεφεύγει από τα συγκεκριμένα χρονικά πλαίσια και πιστεύω πως το ασπρόμαυρο αποδίδει πιστότερα αυτήν την αίσθηση. Όσον αφορά τη σκηνοθετική προσέγγιση, προσπάθησα να περιορίσω την ευρεία οπτική γωνία. Ακίνητη κάμερα, όχι γωνίες που εναλλάσσονται όταν δύο άνθρωποι μιλάνε μεταξύ τους. Εικόνα όσο πιο στενή γίνεται, αποκρύπτοντας ό,τι υπάρχει δίπλα στους ήρωες. Πρόκειται για μια κάθετη ταινία με πάνω από μία έννοιες.

Η όλη αισθητική της «Ida» παραπέμπει σε φιλμ της δεκαετίας του ’60. Είχατε κάποια συγκεκριμένα στο νου σας για να αποτυπώσετε αυτήν την ατμόσφαιρα εποχής;

Σίγουρα όχι κάποια που προσπάθησα συνειδητά να κοπιάρω. Μπορεί κάποιος να αναγνωρίσει εδώ κι εκεί πράγματα που μου αρέσουν, όπως ο Μπέργκμαν, ο Ντράγερ, ο Μπρεσόν, ο Γκοντάρ, το τσεχοσλοβάκικο νέο κύμα, αλλά όχι κάποια συγκεκριμένη ταινία που επηρέασε την «Ida».

Δεν έχω δει καμιά ταινία σαν την «Ida».

Κολτρέιν, Μπαχ, Μότσαρτ… Πώς επιλέξατε τη μουσική της ταινίας;

Πρόκειται για κομμάτια που αγαπώ και σημάδεψαν διαφορετικές περιόδους της ζωής μου. Έτσι ακούγονται πολωνικά και ιταλικά τραγούδια του ’60 που αντανακλούν μια αισιοδοξία, μια χαρά της ζωής κόντρα στην τραυματισμένη από τον πόλεμο και το σταλινισμό πραγματικότητα.

Το ίδιο και η τζαζ, η οποία αποπνέει μιαν αίσθηση ελευθερίας. Μέσα από τη «Naima» του Τζον Κολτρέιν η Ίντα ερωτεύεται τον Λις και απελευθερώνεται.

Τέλος, σχεδόν όλη η μουσική που ακούμε στην ταινία είναι «φυσική», την ακούν και οι ήρωες.

Μόνον ο Μπαχ του φινάλε έρχεται «απέξω», συστήνοντάς μας μια καινούργια διάσταση, μια νέα προοπτική.

Aπό σήμερα 30 Οκτωβρίου το "St Vincent ο αγαπημένος μου Άγιος" κάνει πρεμιέρα στις ελληνικές αίθουσες και όπως όλα δείχνουν ήρθε η ώρα για τον Μπιλ Μάρεϊ να φλερτάρει περισσότερο από ποτέ με το πρώτο του Όσκαρ.

Αν αναλογστούμε τί γράφει και ο ξένος τύπος για την ταινία.

Σας παραθέτουμε μερικές χαρακτηριστικές κριτικές.

Θα σου ταρακουνήσει όλα σου τα συναισθήματα και να ευχαριστείς γι αυτό τον Μπιλ Μάρεϊ- Rolling Stone

Δεν πρόκεται ασφαλώς για μια συμβατική... αγιογραφία αλλά για κάτι μοναδικό, που οφείλεται εν πολλοίς και στον σκηνοθέτη αλλά και τον πρωταγωνιστή - Globe and Mail

Λίγες ταινίες θα σε κάνουν να σε γελάσεις τόσο αληθινά, με ένα μονοπάτι που θα οδηγήσει κατευθείαν στην καρδιά σου - Toronto Star

Η όλη ταινία στερείται φινέτσας. Αλλά οι ηθοποιοί την απογειώνουν - Chicago Tribun

Από την (ασπρόμαυρη ) Πολωνία του ’60 ως τις φαβέλες του Ρίο Ντε Τζανέιρο μας ταξιδεύουν οι πρεμιέρες αυτής της εβδομάδας, ανάμεσα στις οποίες περιλαμβάνεται η τελευταία κινηματογραφική εμφάνιση του Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν, η επιστροφή του Μπιλ Μάρεϊ στους καλογραμμένους κωμικούς ρόλους και το τελευταίο κεφάλαιο της ερωτικής οδύσσειας του Λαρς Φον Τρίερ.

IDA

Έχοντας ξεκινήσει την καριέρα του στη Βρετανία («Τελευταίο Καταφύγιο», «Το Καλοκαίρι του Έρωτά μου» ), ο Πάβελ Παβλικόφσκι επιστρέφει στην πατρίδα του Πολωνία για ένα στιλιζαρισμένο ασπρόμαυρο δράμα εποχής. Πρωταγωνίστρια είναι η 18χρονη ορφανή Άννα που βρίσκεται ένα βήμα πριν γίνει καλόγρια στο μοναστήρι που μεγάλωσε. Τότε, μαθαίνει για την ύπαρξη της αδελφής της μητέρας της, μαζί με την οποία θα ξεκινήσουν ένα ταξίδι που θα αποκαλύψει τραυματικές αλήθειες για το παρελθόν της οικογένειας. Η ταινία έχει βραβευτεί στα φεστιβάλ του Τορόντο, του Λονδίνου και της Βαρσοβίας ενώ αποτελεί την επίσημη πρόταση της Πολωνίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ.

 

ST. VINCENT. Ο ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΣ ΜΟΥ ΑΓΙΟΣ

Ο σούπερ cool Μπιλ Μάρεϊ ερμηνεύει ένα μισάνθρωπο, τζογαδόρο, ρέμπελο και μέθυσο βετεράνο πολέμου, ο οποίος διαπιστώνει ότι έχει μείνει ταπί. Προτείνει λοιπόν στη γειτόνισσά του Μάγκι (η υποψήφια για Όσκαρ στις «Φιλενάδες» Μελίσα ΜακΚάρθι ) να αναλάβει, με το αζημίωτο φυσικά, την επιτήρηση του 12χρονου γιου της. Ο Βίνσεντ ετοιμάζει μια σειρά από «ξεχωριστές» εξωσχολικές δραστηριότητες για τον μικρό Όλιβερ, ανάμεσα στις οποίες κι επισκέψεις σε στριπτιζάδικα, μπαρ και στον ιππόδρομο, σε μια πολιτικά ανορθόδοξη κωμωδία του πρωτοεμφανιζόμενου σεναριογράφου και σκηνοθέτη Θίοντορ Μέλφι, στην οποία συμπρωταγωνιστούν οι Ναόμι Γουότς, Κρις Ο’Ντάουντ και ο μικρός Τζάντεν Λίμπερχερ.

 

ΣΚΟΥΠΙΔΙΑ

Κρατώντας το απίστευτο ρεκόρ οι πρώτες τέσσερις κινηματογραφικές δουλειές του να έχουν όλες κερδίσει υποψηφιότητα για Όσκαρ καλύτερης ταινίας (και τρία σκηνοθεσίας ), ο Βρετανός Στίβεν Ντάλντρι («Μπίλι Έλιοτ», «Οι Ώρες», «Σφραγισμένα Χείλη», «Εξαιρετικά Δυνατά και Απίστευτα Κοντά» ) διασκευάζει τώρα ένα σκληρό όσο και αισιόδοξο μυθιστόρημα του Άντι Μάλιγκαν με φόντο τις φαβέλες δίπλα στις χωματερές του Ρίο Ντε Τζανέιρο. Εκεί τρία μικρά παιδιά θα βρουν ένα πορτοφόλι με μερικά επικίνδυνα κρατικά μυστικά, κάτι που θα τους βάλει στο στόχαστρο ενός αδίστακτου πολιτικού και της διεφθαρμένης τοπικής αστυνομίας.

 

ΟΥΤΕ ΝΑ ΠΕΘΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙΣ

Το «God’s Pocket» του Τζον Σλέιτερι είναι ένα γεμάτο μαύρο χιούμορ γκανγκστερικό δράμα, με ήρωα τον Μίκι, ένα μεσήλικο οικογενειάρχη μιας εργατικής συνοικίας της Φιλαδέλφειας του οποίου ο θετός γιος του σκοτώνεται σε ατύχημα. Παράλληλα, είναι και ο τελευταίος κινηματογραφικός ρόλος του πρόωρα χαμένου Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν, ο οποίος είναι συγκινητικός ως ένας απελπισμένος άνθρωπος που προσπαθεί να τα βγάλει πέρα σε έναν τραγικά αστείο αγώνα ζωής και θανάτου, μπλεγμένος ανάμεσα σε μικροπαρανομίες, συζυγικές παρεξηγήσεις, απλήρωτα χρέη και… μνημειώδη ατυχία.

 

Η ΚΑΚΗ ΜΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΩΙ ΦΑΙΝΕΤΑΙ

Την παραμονή των δωδεκάτων γενεθλίων του, ο Αλεξάντερ περνάει τη χειρότερη μέρα της ζωής του, καθώς από το πρωί η μία συμφορά ακολουθεί την άλλη. Η οικογένεια του δεν δείχνει να του συμπαραστέκεται, μέχρι που ξημερώνει η επόμενη μέρα και η κακοτυχία θα μεταδοθεί σε όλα τα μέλη. Τα αδέλφια και οι γονείς του ζουν και αυτοί με τη σειρά τους ένα φοβερό, απαίσιο, καθόλου καλό, για την ακρίβεια φρικτό 24ωρο, σε μια οικογενειακή κωμωδία με τους Στιβ Καρέλ και Τζένιφερ Γκάρνερ, βασισμένη στο βραβευμένο παιδικό μπεστ σέλερ της Τζούντιθ Βίορστ.

 

NYMPHOMANIAC. DIRECTOR’S CUT – ΜΕΡΟΣ Β΄

Ο Λαρς Φον Τρίερ ολοκληρώνει το πολλαπλών εκδοχών ερωτικο-φιλοσοφικό έπος του με το τρίωρης διάρκειας δεύτερο μέρος της hardcore βερσιόν του «Nympomaniac», η οποία είναι και αυτή την οποία επιθυμούσε εξ αρχής ο προβοκάτορας σκηνοθέτης. Με τους σταθερούς Σαρλότ Γκενσμπούρ, Στέλαν Σκάσγκαρντ και Στέισι Μάρτιν, εδώ μαζί με τους Τζέιμι Μπελ, Γουίλεμ Νταφόε και Ζαν – Μαρκ Μπαρ.

 

Όταν ο τρελός Λέων (Λάντρι), θετός γιός του Μίκυ (Χόφμαν) σκοτώνεται σε ένα εργατικό «ατύχημα», κανείς από την εργατική τάξη της γειτονιάς του God’s Pocket δεν στενοχωριέται που λείπει. Ο Μίκυ προσπαθεί μαζί με τη σωρό να θάψει και τα άσχημα νέα, αλλά όταν η μητέρα του αγοριού (Χέντρικς) ζητάει την αλήθεια και ένας τοπικός ρεπόρτερ αρχίζει να ψάχνει τριγύρω, ο Μίκυ βρίσκεται κολλημένος σε έναν σκοτεινά κωμικό αγώνα ζωής και θανάτου ανάμεσα σε ένα σώμα που δεν μπορεί να θάψει, μια γυναίκα δεν μπορεί να ικανοποιήσει και ένα χρέος που δεν μπορεί να πληρώσει.

 Οι πρωταγωνιστές

Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν

O Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν 23 Ιουλίου 1967- 2 Φεβρουαρίου 2014), ήταν ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα ηθοποιών που θα μείνει στην ιστορία. Ήταν επίσης και σκηνοθέτης. Η ταινία GOD’S POCKET είναι η τελευταία του ταινία ως πρωταγωνιστής και ήταν επίσημη συμμετοχή στο φεστιβάλ του Sundance τον Ιανουάριο του 2014. Στην ταινία αυτή που είναι μια μαύρη κωμωδία εκτός από πρωταγωνιστής ήταν και παραγωγός.

Παρευρέθη στο φεστιβάλ Sundance στην επίσημη πρώτη προβολή της ταινίας και εκεί έδωσε τις τελευταίες του συνεντεύξεις. Λίγες ημέρες μετά επέστρεψε στο σπίτι του στη Νέα Υόρκη όπου και βρέθηκε νεκρός στις 2 Φεβρουαρίου του 2014.

Εμφανίστηκε σε πολλές ταινίες όπως Άρωμα Γυναίκας (Scent of a Woman, 1992), Twister (1996), Ξέφρενες Νύχτες (Boogie Nights, 1997), Ευτυχία (Happiness, 1998), Ο Μεγάλος Λεμπόφσκι (The Big Lebowski, 1998), Μανόλια (Magnolia, 1999), Ο Ταλαντούχος Κύριος Ρίπλεϊ (The Talented Mr. Ripley, 1999), Almost Famous (2000), 25η Ώρα (25th Hour, 2002), Χτυπημένος από Έρωτα (Punch-Drunk Love, 2002), Επιστροφή στο Cold Mountain (Cold Mountain, 2003), Όταν Γνώρισα την Πόλυ (Along Came Polly, 2004) και M:I-III Επικίνδυνη Αποστολή 3 (Mission: Impossible III, 2006).

Το 2005 έπαιξε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο Truman Capote (Capote, 2005) και κέρδισε τη Χρυσή Σφαίρα, όπως και μετέπειτα το Όσκαρ Α' Ανδρικού Ρόλου. Έλαβε άλλες δύο υποψηφιότητες για Όσκαρ Α’ αντρικού για τις ταινίες Παιχνίδια Εξουσίας (Charlie Wilson's War, 2007) και Αμφιβολία (Doubt, 2008). Το 2010 έκανε το σκηνοθετικό ντεμπούτο με την ταινία Jack Goes Boating και το 2012 πρωταγωνίστησε στην ταινία The Master σε σκηνοθεσία του Πολ Τόμας Άντερσον. Το 2013 εμφανίστηκε στην ταινία The Hunger Games: Catching Fire.To 2014 εμφανίστηκε στην ταινία A Most Wanted Man God's και επίσης το 2014 στον τελευταίο του πρωταγωνιστηκό του ρόλο στην ταινία Pocket που επίσης ήταν και παραγωγός.

Τζων Τορτούρο

Εξαιρετικά ταλαντούχος, ελαφρά χτισμένος Αμερικανός ηθοποιός ο οποίος φαίνεται πάντα ασταθής και νευρικός έχει γίνει ένας από τους αγαπημένους των καλτ / καλλιτεχνικών λάτρεις ταινιών με στις συναρπαστικές παραστάσεις του σε ένα ευρύ φάσμα της κινηματογραφικών οχημάτων. Ο Τορτούρο γεννήθηκε στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, από ιταλοαμερικανούς γονείς, την Κάθριν, μια τζαζ τραγουδίστρια, και τον Νίκολας Τορτούρο, οικοδόμος και ξυλουργός. Ο αδελφός του, επίσης ονομάζεται Νίκολας Τορτούρο, είναι ηθοποιός και η ηθοποιός Αϊντα Τορτούρο είναι ξαδέλφη του.

Ο Τορτούρο έχει γίνει τακτικός στις προκλητικές ταινίες του Σπάικ Λι και τις ξεκαρδιστικές κωμωδίες του Joel Coen και Ethan Coen. Οι υπέροχες εμφανίσεις του περιλαμβάνουν τον άκρως ξεσηκωτικό "Pino" στην ταινία Do the Right Thing (1989), ως έναν πνευματικό θεατρικός συγγραφέας στο Barton Fink (1991), έναν παίχτη μπόουλινγκ και παιδόφιλο στο The Big Lebowski (1998), έναν μπερδεμένο ερωτικό συντοφο στο Jungle Fever (1991) και ως η φωνή του Harvey του σκύλου στο Summer of Sam (1999).

Ο Τορτούρο συνέχισε να έχει απήχηση στο κοινό, παρά την αντισυμβατική εμφάνιση του και τις συχνά ενοχλητικές στην οθόνη ιδιομορφίες των χαρακτήρων του, το οποίο είχε χρησιμοποιηθεί στη μεγάλη επίδραση σε ταινίες όπως το μπλε κολάρο και η ιστορία των αντιμαχόμενων αδελφών στο χώρο των κατασκευών, Mac (1992), όπως ο οργισμένος διαγωνιζώμενος τηλεοπτικού παιχνιδιού , που αποτελεσε αντικείμενο ντάμπινγκ, Herbie Stempel, στη δυναμική ταινία του Robert Redford, Quiz show (1994). Ένας από τους πολύτιμους λίθους σύγχρονο αμερικανικό κινηματογράφο της υποκριτικής, ο Τορτούρο παραμένει σε ισχυρή ζήτηση για τα υψηλού επιπέδου ταλέντα του ως ηθοποιός. Επίσης συμμετείχε στις Block Basters Transphormers 1 2 3

Τζών Σλάτερι

Το God’s Pocket είναι η πρώτη του ταινία ως σκηνοθέτης που έτυχε μεγάλης αναγνώρισης και πολύ θετικών κριτικών ως πρωτοεμφανιζόμενος σκηνοθέτης.

Ο Τζών Σλάτερι γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Βοστώνη, Μασαχουσέτη, από τη Τζοάν (Mulhern) και τον Τζών "Τζακ" Σλάτερι, έναν έμπορο δερμάτων, και οι δύο ιρλανδικής καταγωγής. Ο Τζων έκανε την πρώτη τηλεοπτική του εμφάνιση στη σειρά του 1988 Dirty Dozen: The Series (1988) και έχει εργαστεί σταθερά από τότε.

Η τηλεοπτική καριέρα του συμπεριλάμβάνει την βραχύβια σειρά Under Cover (1991), Homefront (1991), Μάγκι (1998) και Feds (1997)καθως και τη μίνι-σειρά A Woman of Independent Means (1995) με την Sally Field και Από τη Γη στη Σελήνη (1998), στην οποία έπαιξε ο Walter Mondale. Έχοντας επαναλαμβανόμενους ρόλους στο Will & Grace (1998) ως ο μεγάλος αδελφός του Will, "Sam", στο Judging Amy (1999) ως εν διαστάσει σύζυγός της Amy και στο Sex and the City (1998) ως ένας πολύ kinky πολιτικός, ο Τζων έχει γίνει ένα από τους ηθοποιούς με μεγάλη ζήτηση. Το 2001, είχε έναν ρόλο στο NBC κωμωδία-δράμα Ed (2000), όπου έπαιξε τον, cool, με αυτοπεποίθηση κ υπερόπτη διευθυντή γυμνάσιου "Ντέννις Μαρτίνο".

Ο ρόλος αυτός του χάρισε μεγάλη φήμη, και τον έκανε αντικείμενο της συζήτησης που πραγματοποίησαν οι οπαδοί των Ed (2000). Ο Τζών επίσης, είχε μια μακρά, επιτυχημένη και ποικίλη καριέρα στο θέατρο. Έκανε το θεατρικό του ντεμπούτο στο έργο του 1989 «Η Τραβιάτα της Λισαβόνας», η οποία πρωταγωνίστησε επίσης ο Nathan Lane.

Είχε πολλές επιτυχημένες συνεργασίες με τον θεατρικό συγγραφέα Richard Greenberg και εμφανίστηκε στα εργα του συγγραφέα "The Extra Man ", "Night and Her Stars" και "Three Days of Rain", για την οποία κέρδισε τον κρίσιμο έπαινο για διπλούς ρόλους του πατέρα και γιου .

Το 1993, ο John έκανε το ντεμπούτο του στο Μπρόντγουεϊ πρωταγωνιστώντας απέναντι στον Nathan Lane στην

ταινία του Neil Simon "Laughter on the 23rd Floor". Επιστρέφοντας στο θέατρο το 2000, ο Τζων πρωταγωνίστησε σε μια αναβίωση του Χάρολντ Πίντερ, «Προδοσία». Κάνοντας το ντεμπούτο του ταινία το 1996, ο John είχε ένα μικρό ρόλο στην ταινία City Hall (1996). Έχει εμφανιστεί από τότε στις ταινίες Eraser (1996), Where's Marlowe; (1998) και την Traffic (2000). Το 2002, ο ίδιος εμφανίζεται στην ταινία Bad Company (2002) του Anthony Hopkins.

Ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες λογοτέχνες και ο περισσότερο μεταφρασμένος παγκοσμίως, ο Νίκος Καζαντζάκης γίνεται «αντικείμενο» κινηματογραφικού θαυμασμού σε ένα φεστιβάλ που τιμά τη μνήμη και το έργο του.

«Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» του Ζυλ Ντασέν, ο «Ζορμπάς» του Μιχάλη Κακογιάννη και «Ο τελευταίος Πειρασμός» του Martin Scorsese. Όλα έμπνευση του σπουδαίου αυτού Έλληνα λογοτέχνη. Ενός ανθρώπου που η γραφή του δε γνώριζε σύνορα και λαούς.

Στο μεγαλείο αυτό του Νίκου Καζαντζάκη υποκλίνονται όλοι και η New Star, o Κινηματογράφος Αλκυονίς New Star Art Cinema και οι Εκδόσεις Καζαντζάκη παρουσιάζουν από σήμερα Κυριακή 26 Οκτωβρίου ως την επόμενη Κυριακή 2 Νοεμβρίου, το Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Μνήμης και Τιμής για τον Νίκο Καζαντζάκη στον Κινηματογράφο «Αλκυονίδα».

Η καλλιτεχνική επιμέλεια ανήκει στους Μάριο Ιορδάνου και Σοφία Καζαντζιάν και πριν από τις προβολές των ταινιών θα προβάλλεται η βραβευμένη μικρού μήκους ταινία του Μάριου Ιορδάνου «Το μυστικό του Θησέα», μία κινηματογραφική διασκευή της «Ασκητικής» του Ν. Καζαντζάκη, που απέσπασε το Α΄ βραβείο φωτογραφίας στο

Διεθνές Φεστιβάλ ελληνικού έργου στο Λονδίνο.

Τη διεύθυνση φωτογραφίας υπογράφει ο Πάνος Γκόλφης.
Στον εκθεσιακό χώρο του κινηματογράφου θα βρείτε μουσειακό υλικό για τον Νίκο Καζαντζάκη (με έπιπλα, αντικείμενα και χειρόγραφά του), καθώς και έκθεση ζωγραφικής του εικαστικού Ευάγγελου Καλογερόπουλου.

Τα πρωινά, οι μικροί μαθητές του Δήμου Αθηναίων θα μπορούν να έρθουν στο χώρο και να ξεναγηθούν από τη Μουσειολόγο Ελευθερία Καμπιτάκη, αλλά και να παρακολουθήσουν το αριστουργηματικό παιδικό μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη «Στα παλάτια της Κνωσού» σε δραματοποιημένη αφήγηση από τον Μάριο Ιορδάνου και τη Σοφία Καζαντζιάν.

Πληροφορίες: Κινηματογράφος ΑΛΚΥΟΝΙΣ, Ιουλιανού 42-46, Αθήνα, επίσημη έναρξη: 26 Οκτωβρίου 2014, 7:00 μ.μ, για την Κυριακή 26/10 είσοδος και parking δωρεάν, τις υπόλοιπες ημέρες 27/10 -2/11 ημερήσιο εισιτήριο 5 ευρώ για προβολή δύο ταινιών.

Σελίδα 80 από 88

forwoman

Μείνετε ενημερωμένοι. Εγγραφείτε στο Newsletter μας.

Ζώδια - Σχέσεις

Υγεία

Παιδί

Τέχνες

Επικαιρότητα

Τα cookies βοηθάνε στην καλύτερη εμπειρία σας στην περιήγηση της ιστοσελίδας μας, συνεχίζοντας συμφωνείτε με τη χρήση τους.