facebook_page_plugin

Ποίηση

-1-
Γυμνό σώμα μου
μέσα στη πανσέληνο
ερωτεύομαι.
-2-
Φεγγαρώτο
το βράδυ, να έφτασε
το φως της νύχτας.
-3-
Στάζει το φιλί
στα κόκκινα φύλλα
του καλοκαιριού.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Το χαϊκού είναι η πιο σύντομη μορφή ποίησης στον κόσμο και προέρχεται από την Ιαπωνία του Μεσαίωνα. Στην πραγματικότητα είναι μια ποιητική φόρμα που αποτελείται από τρεις ομάδες των 5, 7, 5 συλλαβών, οι οποίες τοποθετούνται σε τρεις στίχους ή σε έναν χωρισμένο με κενά, και συνήθως περιγράφει μια στιγμιαία εμπειρία, μια αίσθηση, ένα συναίσθημα, μια εικόνα της φύσης κλπ, την οποία ο ποιητής επιθυμεί να διατηρήσει στις συνειδήσεις των αναγνωστών του.

Ως όρος το χαϊκού καθιερώνεται πιθανότατα στα τέλη του 19ου αι. από τον Μασαόκα Σίκι, ποιητή, εκδότη και εκμοντερνιστή του είδους, ενώ εισηγητής των χαϊκού στην Ελλάδα είναι ο Γιώργος Σεφέρης («Δεκαέξι χαϊκού», Τετράδιο Γυμνασμάτων (1928-1937) ).

Χαϊκού είναι ουσιαστικά κάτι παραπάνω από ένα απλό ποίημα είναι περισσότερο μια πνευματική άσκηση: ομορφιά ίσον αφαίρεση, λιτότητα, γαλήνη, περισυλλογή. Γι’ αυτό κι η φόρμα του είναι τόσο κλειστή και παραδοσιακή.

Έχει το χαρακτηριστικό ενός ευχάριστου ξαφνιάσματος για κάτι οικείο και καθημερινό, που λέγεται ήρεμα και ευγενικά, αγγίζοντας τα πράγματα στην ουσία τους. Ποίηση εμπνευσμένη από τη σοφία Ζεν, μία πνευματική πορεία πρακτικής άσκησης στην καθημερινή ζωή.

Και επειδή στους ποιητές των χαϊκού υπάρχει η συνείδηση ότι η ζωή είναι πάνω από τις λέξεις, τα λόγια είναι ελάχιστα, αφήνοντας τον αναγνώστη να «συμπληρώσει» αυτή την γεύση του αιώνιου. Έτσι γίνεται προσπάθεια να συλληφθεί η στιγμή και να περάσει στο απυρόβλητο του χρόνου

Από τη Συλλογή "Χαϊκού - Επέμβαση"

Γράφει Η Μίκα Καππάτου

 

https://www.forwoman.gr

Οι εραστές τ’ Αυγούστου με λουλούδια στα χέρια έρχονται,

τ’ αόρατα καλέσματά τους τραβούν στις αυλές,

οι εραστές τ’ Αυγούστου με κόκκινα πουκάμισα και μισάνοιχτα στόματα

τρεμοσβήνουν στα σταυροδρόμια,

εξαφανίζονται στα σοκάκια,

τρέχουν στις πλατείες.

Στους εραστές τ’ Αυγούστου

αχνοφέγγουν στη βραδινή ατμόσφαιρα

οι ερυθρόλευκες γραμμές των κεντημένων λουλουδιών πάνω

στα πουκάμισά τους,

φωτίζονται τ’ ανοιχτά παραθύρια στις σκοτεινές αυλές

κι αυτοί όλο πηγαίνουν κι όλο τρέχουν σε κάποιο κάλεσμα.

Να και το δείλι της ζωής, να και το δείλι που δίπλα περνά απ’ την πόλη,

να το που χρωματίζει τα δέντρα,

που σβήνει τη λάμπα,

που γυαλίζει τ’ αυτοκίνητα . . .

Στα στενά σοκάκια βιαστικά ηχούν οι παρέες,

γύρισε πίσω, έβγα στο μπαλκόνι και πέταξε το παλτό.

Βλέπεις, οι εραστές τ’ Αυγούστου τρέχουν κρατώντας λουλούδια στα χέρια.

Οι γαλάζιες ανταύγειες των διαφημίσεων κυλούν από τις στέγες

κι εσύ κοιτάζεις κάτω, δίχως ποτέ και με κανένα θέση δεν αλλάζεις,

συνομιλώντας με τον εαυτό σου.

Να τα λουλούδια και τια διαμέρισμα με το νέο έρωτα,

με το καινούριο μαστίγιο, που μπαίνει σε κύκλο νέο,

παραδίδοντας τον εαυτό του με νέα κραυγή και νέο αίμα,

παραδίδοντας τον εαυτό του, αφήνοντας τα λουλούδια να πέσουν απ’ τα χέρια του.

Το νέο δείλι θορυβεί,

κανείς δεν θα επιστρέψει στη νέα ζωή,

κανείς δε θα περάσει κάτω απ’ το μπαλκόνι για να ‘ρθει να σε δει,

κανείς δε θα σου παρασταθεί,

κανείς δε θα σου σταθεί,

πιο κοντά, απ’ ό,τι εσύ στον εαυτό σου,

απ’ τα λουλούδια,

απ’ ότι είσαι εσύ στον εαυτό σου.

(Ιωσήφ Μπρόντσκι, 1961, Οι εραστές τ’ Αυγούστου. Μετάφραση από τα ρωσικά Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης)

Είναι τόση η γαλήνη, που δεν ξέρω αν υπάρχουν

καρδιές χωριστές – τόσα μάτια, όσα βλέπουν

αυτή τη στιγμή: ζώα, ψάρια, φυτά και πουλιά

κι αδερφοί το στερέωμα, πάμφωτο, διάφανο, ανάμεσα

στην κάτασπρη γύρη του.

Νιώθω μέσα στο στήθος μου

την καρδιά μου νερό που χορεύει και νιώθω

σα να ‘μαι ένας διάττοντας που πέφτοντας στάθηκε

για λίγο μετέωρος και γύρισε πάλι, φωτεινός και

χαρούμενος,

προς τα πάνω. Ψυχή μου! Τι σε θέλω, ψυχή μου; Τι

κάθεσαι και

δε γίνεσαι μέλισσα; Δυο γραμμούλες φωτός,

δυο αστεράκια οι κεραίες σου – πέταξε, πρόλαβε, τρέξε,

ένα γύρο, δυο γύρους, τρεις γύρους, να φέρεις

φωτιά στην κυψέλη σου.

Ψυχή μου, χαρά μου, τι κάθεσαι μέλισσα;

Άνοιξαν όλα τα λουλούδια του σύμπαντος.

(Νικηφόρος Βρεττάκος, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Τόμος 2ος, Εκδόσεις Θεμέλιο)

To ποίημα της νύχτας: Ήθελε να ‘χει τα ρούχα τ’ ουρανού, του Γουίλλιαμ Μπάτλερ Γέητς

Αν είχα του ουρανού τα κεντημένα ρούχα
Με ύφανση από χρυσό και ασημένιο φως
Τα γαλανά τα σκούρα και τα μαύρα ρούχα
Από σκοτάδι από φως κι από μισόφωτο
Θα τα ‘στρωνα όλα κάτω από τα πόδια σου
Είμαι φτωχός όμως, έχω μονάχα τα όνειρά μου
Τα όνειρά μου έστρωσα στα πόδια σου
Περπάτα απαλά γιατί πατάς τα όνειρά μου.

Από τη συλλογή του 1889 “The Wind among the Reeds”, μετάφραση: Τζούλια Τσιακίρη.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Ο ποιητής William Butler Yeats, γιος του John Butler Yeats και της Susan Pollexfen, γεννήθηκε στο Δουβλίνο, στις 13 Ιουνίου του 1865. Ο πατέρας του, που είχε σπουδάσει νομικά αλλά έγινε ζωγράφος, ήταν ένας σκεπτικιστής διανοούμενος, οπαδός του ορθολογισμού του John Stuart Mill και λαμπρός συνομιλητής. Η μητέρα του ήταν απλή θρησκευόμενη γυναίκα που της άρεσε να ακούει και να λέει ιστορίες για ξωτικά και για φαντάσματα. Το 1867 η οικογένεια Yeats μετακομίζει στο Λονδίνο όπου ο πατέρας αρχίζει την καριέρα του ως ζωγράφος. Στο Λονδίνο, ο William παρακολούθησε μαθήματα στο Godolphin School για λίγα χρόνια. Εκεί τα πράγματα ήταν αρκετά δύσκολα γι’ αυτόν. Όντας ονειροπόλος, δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί στα μαθήματά του, και οι συμμαθητές του τον κορόιδευαν, γιατί δεν ήταν δυνατός και δεν ήταν Άγγλος. Το 1880 η οικογένεια επέστρεψε στην Ιρλανδία. Εκεί ο William παρακολούθησε μαθήματα στο Erasmus High School, στο Δουβλίνο, ως την ηλικία των δεκαοκτώ. Η συμπεριφορά του άρχισε τότε να γίνεται χαρακτηριστική. Προσπαθώντας να καλύψει τη μεγάλη δειλία του, ο William άρχισε ν’ αποκτά μια βυρωνική “πόζα” και να μιμείται το “ηρωικό βάδισμα” του Irving στον “Άμλετ” (είχε δει την παράσταση με τον πατέρα του). Αν στο προηγούμενο σχολείο στο Λονδίνο, είχε υποφέρει αρκετά από τις κοροϊδίες των συμμαθητών του, τώρα περνούσε στην αντεπίθεση και γινόταν ένας “δύσκολος” νεαρός. Προς μεγάλη απογοήτευση του πατέρα του, ο οποίος ήθελε να ακολουθήσει ο γιος του την οικογενειακή παράδοση και να σπουδάσει στο Trinity College, γράφεται και παρακολουθεί μαθήματα ζωγραφικής στο Metropolitan School of Art του Δουβλίνου. Εκεί γνωρίστηκε μ’ ένα συμφοιτητή του, τον George Russel (τον ποιητή που έγραφε με το ψευδώνυμο “ΑΕ”), ο οποίος συμμερίζεται και ενθαρρύνει το ενδιαφέρον του για το υπερφυσικό και το απόκρυφο. Σ’ αυτόν τον παράξενο άνθρωπο ο Yeats βρίσκει έναν άξιο αντίπαλο του πατέρα του και μια πνευματική και ηθική στάση που αψηφούσε τον ορθολογισμό. Μαζί με τον Russel αφοσιώνονται στη μελέτη των ανατολικών θρησκειών και της ευρωπαϊκής μαγείας, και μάλιστα ιδρύουν, μαζί με άλλους, τον “Ερμητικό Σύλλογο του Δουβλίνου”, ο οποίος συνεδριάζει για πρώτη φορά το 1885 με πρόεδρο τον Yeats. Ο William αρχίζει να γράφει ποίηση ενώ συγχρόνως ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για το ποιητικό θέατρο. Το 1885 δημοσιεύονται για πρώτη φορά δύο λυρικά ποιήματά του: “Song of the faeries” και “Voices” καθώς και το λυρικό δράμα “The island of status” στο “Dublin University Review”. Η ποίηση του Yeats, αρχικά, φανερώνει διάφορες επιδράσεις (π.χ. του Shelley ή των Προραφαηλιτών ποιητών, που είχε γνωρίσει μέσω του πατέρα του), αυτός όμως είχε μια συγκεκριμένη κατεύθυνση: ήθελε να γράψει για τους Ιρλανδούς και για την πατρίδα τους, τη δική του πατρίδα.

Έτσι δανείστηκε στοιχεία από τα παραμύθια και τους θρύλους του τόπου του, χρησιμοποιώντας και τη μορφή της μπαλάντας (“Crossways”, 1889· “The rose”, 1893) ή γράφοντας αφηγηματική ποίηση (“The wanderings of Oisin”, 1889), όπου το ιρλανδικό υλικό παρουσιάζεται με προραφαηλιτικό ύφος και συμβολιστική μέθοδο. Με τη δημοσίευση μιας άλλης ποιητικής συλλογής (“The wind among the reeds”, 1899), η ποίησή του είχε αρχίσει να γίνεται περισσότερο πολύπλοκη.

Ο Yeats είχε γνωρισθεί με τον Arthur Symons, ο οποίος, με τη βοήθεια του ποιητή, έγραψε “Το συμβολιστικό κίνημα στη λογοτεχνία” (1899). O Symons έφερε τον Yeats σ’ επαφή με το κίνημα του Mallarme. Ο Yeats, πάντως, δεν έπαψε να ενδιαφέρεται για μια καθαρά ιρλανδική καλλιτεχνική παραγωγή. Το αποτέλεσμα ήταν η ίδρυση του ιρλανδικού Θεατρικού Συλλόγου, του ιρλανδικού εθνικού θεάτρου που αργότερα έγινε γνωστό ως Abbey Theatre. Σ’ αυτή του την προσπάθεια είχε τη συνεργασία του Edward Martyn, του George Moore και της Augusta Gregory.

Το 1914 και το 1919 δημοσιεύονται οι ποιητικές του συλλογές “Responsibilities” και “The wild swans at Coole” αντίστοιχα. Το 1925 δημοσίευσε ένα έργο με τον τίτλο “A vision”, αλλά τελικά το απέσυρε, το ξανάγραψε και, το 1937, το εξέδωσε με την νέα του μορφή. Το έργο αυτό είναι ένα ημι-αστρολογικό σύστημα που εξηγεί τους ανθρώπινους τύπους, την ιστορία και τη μετά θάνατον πορεία της ψυχής, χρησιμοποιώντας ως κεντρικό σημείο αναφοράς την κυκλική αντίληψη του χρόνου και τις είκοσι οκτώ φάσεις της σελήνης. Το 1928 δημοσιεύει την συλλογή “The tower”, και το 1930 γράφει το θεατρικό “The words upon the window-pane”. Έγραψε επίσης τα έργα: “The king of the great clock tower”, “The winding stair”, “Wheels and butterflies”, “A full moon in March”, “Essays 1931-1936”, “Purgatory”, “The death of cuchulain” κ.ά. Το 1923 τιμήθηκε με το Νόμπελ της Λογοτεχνίας. Ο Yeats πέθανε στη Γαλλία, στις 28 Ιανουαρίου του 1939, πιστεύοντας ότι, αν ο άνθρωπος δεν μπορεί να γνωρίσει την απόλυτη αλήθεια, μπορεί τουλάχιστον να την ενσαρκώσει.

Η μέρα του θανάτου του ήταν, όπως λέει ο W.H. Auden, “μια σκοτεινή και κρύα μέρα”· το “ιρλανδικό αγγείο” έμεινε “άδειο από την ποίησή του”. Στο έργο του, ωστόσο, ο Yeats είχε αμφισβητήσει την εξουσία του θανάτου: “Καιρός τη διαθήκη μου να γράψω… κι εδώ την πίση μου δηλώνω:… θάνατο και ζωή και όλα τα δημιούργησε ένας άνθρωπος απ’ την πικρή ψυχή του, όλα, ναι, και ήλιο και σελήνη κι άστρα, κι ακόμη πρόσθεσε αυτό, πως οι νεκροί ανασταίνονται και ονειρεύονται…https://www.literature.gr/

Ποιο πάθος λες;

Αυτό ν’αφήνεσαι ρευστός
σε κάθε ερεθισμό του χώρου σου;
Το πάθος ν’απαντάς σα στρείδι;
Το πάθος να παλεύεις με τα πάθη σου
δε λογαριάζεις;
Κι έπειτα
για ποια λευτεριά του αδέσμευτου μιλάς;
Μες στη σκλαβιά τη θέλω εγώ τη λευτεριά σου.
Μες στη σκλαβιά, που για να καταλύσεις,
αναγνωρίζεις πρώτα κι αποδέχεσαι.

Άνθη μάζευα για σένα

στο βουνό που τριγυρνούσα.
Χίλια αγκάθια το καθένα
κι όπως τα ‘σφιγγα πονούσα.

Να περάσεις καρτερούσα
στο βοριά τον παγωμένο
και το δώρο μου κρατούσα
με λαχτάρα φυλαγμένο

στη θερμή την αγκαλιά μου.
Όλο κοίταζα στα μάκρη.
Η λαχτάρα στην καρδιά μου
και στα μάτια μου το δάκρυ.

Μεσ᾿ στον πόθο μου δεν είδα
μαύρη η Νύχτα να σιμώνει
κ᾿ έκλαψα χωρίς ελπίδα
που δε στα ‘χα φέρει μόνη.

Όνειρο – Μαρία Πολυδούρη

Η πρώτη επίσημη ημέρα του καλοκαιριού και η μεγαλύτερη μέρα για το 2022 είναι σήμερα Τρίτη 21 Ιουνίου κατά το θερινό ηλιοστάσιο.

Η ημέρα του θερινού ηλιοστασίου είναι η μεγαλύτερη του χρόνου και η νύχτα η μικρότερη, ενώ η ημέρα του χειμερινού ηλιοστασίου αντίστοιχα είναι η μικρότερη του χρόνου και η νύχτα η μεγαλύτερη.

Ενδιάμεσα έχουμε τη φθινοπωρινή και την εαρινή ισημερία, κατά τις οποίες το φως της ημέρας και το σκοτάδι της νύχτας είναι ισομοιρασμένα.

Οι αρχαίοι Έλληνες, που τα πάντα έψαχναν, διεπίστωσαν πως η φύση έχει κανόνες, τους οποίους ακόμη και ο Ήλιος (θεότητα για εκείνους, μην το ξεχνάμε) «ουκ αν υπερβήσεται μέτρα», όπως έλεγε ο Ηράκλειτος, δηλαδή δεν μπορεί να υπερβεί τα μέτρα που του αναλογούν.

Οι Έλληνες, λοιπόν, μελέτησαν αυτές τις μεταβολές του φωτός και του σκότους και δημιούργησαν την Ιερή Γεωμετρία, καθώς τις γνώσεις τους τις πέρασαν στην αρχιτεκτονική των ναών τους σε συνδυασμό με την επιλογή του σημείου όπου τους έκτιζαν.

Τόσο οι ναοί όσο και οι πόλεις ευθυγραμμίζονταν σχηματίζοντας γεωμετρικά σχήματα. Οι Δελφοί δεν ονομάστηκαν τυχαία «ομφαλός της γης». Ο μαρμάρινος Ομφαλός των Δελφών υπάρχει μέχρι σήμερα και ήταν αφιερωμένος στον Απόλλωνα, θεό του φωτός, καθώς οι Δελφοί θεωρείτο ότι είχαν άμεση σχέση με τον κοσμικό άξονα που συνδέει τη γη με τον ήλιο, ενώ ο Απόλλωνας ήταν ο φύλακας των πυλών τους.

Στην «Πολιτεία» του Πλάτωνα, ο Σωκράτης υποστηρίζει πως η Γεωμετρία κάνει την ψυχή να αντικρίσει την ουσία των όντων, προσθέτοντας πως είμαστε φτιαγμένοι από γεωμετρικά σχήματα, όπως και το σύμπαν.

Στο ανθρώπινο σώμα, ο κάθετος άξονας αντιστοιχεί στα ηλιοστάσια, και ο οριζόντιος στις ισημερίες. Το χειμερινό ηλιοστάσιο ταυτίζεται με τον βορά, το θερινό με τον νότο, η εαρινή ισημερία με την ανατολή και η φθινοπωρινή με τη δύση. Το θερινό ηλιοστάσιο συμβολίζει την κάθοδο των ψυχών στο πεδίο της ύλης, καθώς το φως αρχίζει να λιγοστεύει και χάνεται η θεία γνώση. Αντίθετα, το χειμερινό ηλιοστάσιο συμβολίζει την αναζήτηση αυτής της θείας γνώσης, καθώς η ημέρα μεγαλώνει εις βάρος της νύχτας, του σκότους.

Υπήρχε, λοιπόν, μυστική διασύνδεση των ναών με τον ουρανό. Και σε αυτήν την διασύνδεση η πάλη μεταξύ φωτός και σκότους ήταν δυνατή, με τις νίκες και τις ήττες να μοιράζονται και να διαιωνίζονται. Σε αυτήν την διασύνδεση τα Ηλιοστάσια και οι Ισημερίες έπαιζαν πρωταγωνιστικό ρόλο, με βάση την αστρονομία.

Ας θυμηθούμε την σχετική ρήση του μεγάλου Πυθαγόρα: «Πάντα κατ’ αριθμόν γίγνονται», δηλαδή «Τα πάντα γίνονται σύμφωνα με τους αριθμούς». (Απόσπασμα https://www.greekschannel.com)

Μιλοῦσες γιὰ πράγματα ποὺ δὲν τά ῾βλεπαν
κι αὐτοὶ γελοῦσαν.
Ὅμως νὰ λάμνεις στὸ σκοτεινὸ ποταμὸ
πάνω νερά·
νὰ πηγαίνεις στὸν ἀγνοημένο δρόμο
στὰ τυφλά, πεισματάρης
καὶ νὰ γυρεύεις λόγια ριζωμένα
σὰν τὸ πολύροζο λιόδεντρο –
ἄφησε κι ἂς γελοῦν.
Καὶ νὰ ποθεῖς νὰ κατοικήσει κι ὁ ἄλλος κόσμος
στὴ σημερινὴ πνιγερὴ μοναξιὰ
στ᾿ ἀφανισμένο τοῦτο παρὸν –
ἄφησέ τους.
Ὁ θαλασσινὸς ἄνεμος κι ἡ δροσιὰ τῆς αὐγῆς
ὑπάρχουν χωρὶς νὰ τὸ ζητήσει κανένας.
Γιώργος Σεφέρης, Θερινό Ηλιοστάσι, Θ’

cityportal.gr

Σελίδα 9 από 80

forwoman

Μείνετε ενημερωμένοι. Εγγραφείτε στο Newsletter μας.

Ζώδια - Σχέσεις

Υγεία

Παιδί

Τέχνες

Επικαιρότητα

Τα cookies βοηθάνε στην καλύτερη εμπειρία σας στην περιήγηση της ιστοσελίδας μας, συνεχίζοντας συμφωνείτε με τη χρήση τους.