Η Ντόρις Λέσινγκ (Doris Lessing - γεννήθηκε Ντόρις Μέι Τάυλερ στο Κερμανσάχ, Περσία στις 22 Οκτωβρίου, 1919 - 17 Νοεμβρίου 2013 στο Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο) ήταν Βρετανή συγγραφέας. Έλαβε το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας 2007 και περιγράφηκε από τη Σουηδική Ακαδημία ως: «επική συγγραφέας της γυναικείας εμπειρίας, η οποία με σκεπτικισμό, πάθος και ιδεαλιστική δύναμη υπέβαλε έναν διχασμένο πολιτισμό σε εξονυχιστική έρευνα» Στην ηλικία των 87 ήταν από τους γηραιότερους συγγραφείς που έλαβαν το βραβείο. Ο αμέσως προηγούμενος ήταν ο Τέοντορ Mόμσεν, που έλαβε το βραβείο σε ηλικία 85 ετών το 1902.
Γεννήθηκε στις 22 Οκτωβρίου του 1919 στην τότε ονομαζόμενη Περσία, (σημ.Ιράν) από Βρετανούς γονείς. Ο πατέρας ήταν υπάλληλος της «Αυτοκρατορικής Τράπεζας της Περσίας» και η μητέρα της νοσοκόμα. Είχε έναν αδερφό, τον Χάρυ. Το 1925 με την προοπτική γρήγορου πλουτισμού από την καλλιέργεια καλομποκιού στην βρετανική τότε αποικία της Νότιας Ροδεσίας, (σημ. Ζιμπάμπουε), η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Αφρική. Η νεαρή Ντόρις μεγάλωσε στην 10.0000 στρεμμάτων φάρμα της οικογένειας, ζώντας όμως μια ζωή με αυστηρούς κανόνες και περιορισμούς εξαιτίας των αντιλήψεων της μητέρας της περί καθωσπρεπισμού. Μάλιστα τα πρώτα χρόνια του σχολείου τα πέρασε σε ένα αυστηρό θρησκευτικό σχολείο που διήυθυναν καλόγριες. Η εγκύκλιος μόρφωσή της τελείωσε στις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου αφού την απέβαλαν από το Γυμνάσιο λόγω αδυναμίας προσαρμογής σε αυτό, που αργότερα θα ονόμαζε «θεσμοποίηση της βλακείας»
Η Λέσσινγκ από τότε, έχοντας ήδη αναπτύξει μια αγάπη για το διάβασμα συνέχισε τη μορφωσή της (φιλολογική κυρίως), μόνη της. Προσπαθώντας να ξεφύγει από τους περιορισμούς της μητέρας της, στα 15 της έφυγε από το σπίτι και δούλεψε σαν εσωτερική νοσοκόμα. Εκείνη την περίοδο άρχισε να γράφει ιστορίες, δύο από τις οποίες δημοσιεύτηκαν σε περιοδικό της Νότιας Αφρικής.
Το 1937 εγκαταστάθηκε στην πρωτεύουσα Σώλσμπερυ (σημ. Χαράρε) και δούλεψε σαν τηλεφωνήτρια. Στα 19 της, το 1939 παντρεύτηκε έναν άντρα που διάλεξαν οι γονείς της, τον Φρανκ Γουίσντομ με τον οποίο απέκτησε δυο παιδιά. Λίγα χρόνια αργότερα όμως, το 1943, εγκατέλειψε την οικογένειά της, και εγκαταστάθηκε σε δικό της σπίτι. Τότε ήρθε σε επαφή με ένα όμιλο κομμουνιστών διανοούμενων. Εκεί γνώρισε και τον επόμενο άντρα της, τον Ανατολικογερμανό διπλωμάτη Γκόντφρηντ Λέσσινγκ με τον οποίο παντρεύτηκε το 1945 και έκαναν ένα γιο, τον Πήτερ. Όμως και αυτός ο γάμος ναυάγησε, αφού ο Λέσσινγκ την εγκατέλεψε το 1949.
Αυτή τη χρονιά αποφάσισε να μετακομίσει μαζί με το γιο της, στο Λονδίνο, χώρα στην οποία διέμεινε για το υπόλοιπο της ζωής της. Στο Λονδίνο εξάλλου εκείνη τη χρονιά εκδόθηκε και το πρώτο της μυθιστόρημα, «Τραγουδάει το χορτάρι» (The Grass Is Singing) που γνώρισε την επιτυχία, τόσο στην Αγγλία όσο και στις ΗΠΑ. Φανατικό μέλος του Κομμουνιστικού κόμματος, αποχώρησε το 1956 αποδοκιμάζοντας την εισβολή των Σοβιετικών δυνάμεων στην Ουγγαρία Το 1956 επίσης και έπειτα από τη θαρραλέα δημόσια κριτική της στα καθεστώτα, της απαγορεύτηκε η είσοδος και στην Νότια Ροδεσία και στην Νότια Αφρική. Η απαγόρευση άρθηκε το 1995 (λόγω πλέον την μεγάλης φήμης της) και η Λέσινγκ το εκμεταλεύτηκε αμέσως για να επισκεφτεί τα δυο παιδιά της και τα εγγόνια της. Πέθανε στις 17 Νοεμβρίου του 2013 σε ηλικία 94 χρόνων, ύστερα από σταδιακή κατάπτωση λόγω εγκεφαλικού επεισοδίου.
Σημαντικά έργα της Το πρώτο της βιβλίο «Τραγουδάει το χορτάρι» (The Grass Is Singing), που το έγραψε το 1950, εμφανίζει όλα τα θέματα τα οποία θα την απασχολήσουν στο μετέπειτα συγγραφικό της έργο αλλά και στην δημόσια ζωή της. Παρακολουθώντας τη ζωή της λευκής νοτιαφρικανικής Μαίρης Τέρνερ, καταγράφει την κλειστοφοβική λευκή κοινωνία των αποίκων της Ροδεσίας που αποκομμένοι λόγω του ρατσισμού τους, περιορίζουν και καταπιέζουν και οι ίδιοι τα μέλης της και ιδιαίτερα τις γυναίκες.
Για την κοινωνία της Νότιας Αφρικής θα μιλήσει και πάλι στην πενταλογία της «Τα παιδιά της βίας», (Children of Violence) η οποία παρακολουθεί τη ζωή της Μαίρης Κουέστ, ζωή ταυτόσημη σχεδόν με αυτήν της Λέσινγκ. Στο «Χρυσό σημειωματάριο» (The Golden Notebook) θα μιλήσει για τη γυναίκα αλλά με έναν λόγο που ...συνδέοντας το προσωπικό με το πολιτικό, με τρόπο που δεν συναντάται συχνά στα μυθιστορήματα του 20ου αιώνα, το βιβλίο σημαδεύει την ανάδυση του σύγχρονου γυναικείου λόγου. Το βιβλίο και η ηρωίδα του, η Άννα Φρίμαν αγαπήθηκε όλα αυτά τα χρόνια από πολλές γενιές αναγνωστριών και τελικά - αν και αντίθετα από την βούληση της συγγραφέως κατοχυρώθηκε σαν ένα από τα καλύτερα βιβλία του γυναικείου φεμινισμού. Μάλιστα ο Μάλκολμ Μπράντμπουρι θα το χαρακτηρίσει σαν το σημαντικότερο έργο που εμφανίστηκε στο βρετανικό μυθιστόρημα μετά τα έργα της Βιρτζίνια Γουλφ. Στη δεκαετία του 1970 θα ασχοληθεί με αυτό που η ίδια ονόμασε «μυθοπλασία εσωτερικού χώρου», χρησιμοποιώντας την επιστημονική φαντασία, την μεταφυσική, τον μυστικισμό για να σχολιάσει τα γεγονότα και την κοινωνία εκείνης της δεκαετίας. Όσο γερνάω βλέπω τον κόσμο όλο και λιγότερο πειστικό· έτσι καθώς μας προσπερνάει ορμητικά είναι ένα όνειρο, μια σκιά. Στ’ αλήθεια πιστεύω ότι υπάρχει και κάτι άλλο. Όμως αυτό που με ενδιαφέρει είναι πώς με το χρόνο καταρρέουν πεποιθήσεις και βεβαιότητες, έτσι που απομένεις με όλο και λιγότερη πίστη ή ενδιαφέρον για την ‘πολύτιμη’ προσωπικότητά σου».
Χαρακτηριστική του τρόπου θέασης της ζωής εκείνη την περίοδο είναι η τετραλογία της «Κάνωπος, αστερισμός του Άργους:αρχεία» (Canopus in Argos: Archives) ,(από την οποία μόνο τα δύο πρώτα βιβλία έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά μέχρι σήμερα), αλλά και το «Αναμνήσεις ενός επιζώντος» (The Memoirs of a Survivor). Κατά τη συγγραφέα και μεταφράστρια Αργυρώ Μαντόγλου «Η καλή τρομοκράτισσα» ,(The Good Terrorist),είναι ένα κομβικό σημείο στο σύμπαν των μυθιστορημάτων της. Ο θυμός, η απογοήτευση και οι διαψεύσεις της εποχής της Θάτσερ, μεταμορφώνονται τώρα σε ωμή βία και μια μεσήλικη γυναίκα, γίνεται συνειδητά μέλος μιας τρομοκρατικής ομάδας. Ντόρις Λέσινγκ
«Αντισυμβατικότητα, το όνομά σου είναι Ντόρις Λέσσινγκ», έγραψε κάποτε η Λόρνα Σέιτζ για την συγγραφέα που πάντοτε εναντιωνόταν στις «ταμπέλες». Για το βιβλίο της το «Χρυσό σημειωματάριο», για άλλη μια φορά, η συγγραφέας αρνήθηκε το χαρακτηρισμό «μπροσούρα για το πόλεμο των φύλων» που δόθηκε από τους περισσότερους κριτικούς τονίζοντας ότι περισσότερο προσπαθεί να «αποδώσει το πνευματικό και ηθικό κλίμα της Βρετανίας πριν από 100 χρόνια».
«Στο εσωτερικό του χρυσού σημειωματάριου τα πράγματα σμίγουν, τα διαχωριστικά γκρεμίζονται, και μόνο με το τέλος του κατακερματισμού προκύπτει αμορφία. Η Άννα κι ο Σολ Γκριν «καταρρέουν». Είναι τρελοί, παράφρονες, μανιακοί» είχε δηλώσει η συγγραφέας.
Το «Χρυσό σημειωματάριο» που θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα μυθιστορήματα του εικοστού αιώνα αφηγείται την ιστορία της Άννας Βουλφ, μιας χωρισμένης μητέρας και μυθιστοριογράφου, η οποία από φόβο μην τρελαθεί, καθώς παλεύει ενάντια στις καθημερινές αντιξοότητες και το συγγραφικό μπλοκάρισμα στο Λονδίνο της δεκαετίας του '50, καταγράφει τα βιώματά της σε τέσσερα χρωματιστά σημειωματάρια.
Κόκκινο σημειωματάριο : «Ενώ για όλους τους ανθρώπους ο πόλεμος είχε δυο φάσεις (δυνατή ήττα μέχρι το Στάλινγκραντ/ελπίδα για νίκη με την είσοδο των Ρώσων στον πόλεμο), για τους αριστερούς είχε … τρεις φάσεις» γράφει η Λέσινγκ αντιμετωπίζοντας με αυτοσαρκασμό και σχόλια πικρά και σατιρικά, το «κομμουνιστικό όνειρο»
Στο μαύρο σημειωματάριο καταγράφει τη συγγραφική της ζωή, στο κόκκινο τις πολιτικές της απόψεις, στο κίτρινο τη συναισθηματική της ζωή και στο μπλε καθημερινά γεγονότα. Αναζητά την προσωπική και πολιτική της ταυτότητα μέσα από τα τραύματα του παρελθόντος. Την απόρριψη, την προδοσία, τα επαγγελματικά αδιέξοδα. Ωστόσο, θα τη βρει στο πέμπτο σημειωματάριο «το χρυσό» το οποίο ενώνει τα νήματα της ζωής της και κρατά το κλειδί της ανάρρωσής της.
Κίτρινο σημειωματάριο: Ωστόσο, όταν κοιτάζω προς τα πίσω, […], ξέρω ότι όλα αυτά είναι ανοησίες. Κι έτσι, όλη αυτή η αντι- ανθρωπιστική τρομοκρατία για την εξαφάνιση της προσωπικότητας, χάνουν για μένα το νόημά τους σε αυτό το σημείο, όταν παράγω αρκετή συναισθηματική ενέργεια για να δημιουργήσω την ανάμνηση του ανθρώπου που είχα γνωρίσει[…]
Και λέω, άραγε η βεβαιότητα στην οποία εμμένω ανήκει στις εικαστικές τέχνες και στον κινηματογράφου και όχι στο μυθιστόρημα, καθόλου στο μυθιστόρημα, το οποίο διεκδικήθηκε από τη διάλυση και την κατάρρευση; Τι δουλειά έχει ένας μυθιστοριογράφος να εμμένει στην ανάμνηση ενός χαμόγελου ή ενός βλέμματος, ενώ γνωρίζει πολύ καλά την πολυπλοκότητα που κρύβεται πίσω τους»;
Μαύρο σημειωματάριο: «Γιατί έχω πάντα αυτήν την επιτακτική ανάγκη να κάνω τους άλλους να δουν τα πράγματα όπως εγώ; Είναι παιδαριώδες, για ποιο λόγο να το κάνουν; Αυτό σημαίνει πως φοβάμαι να είμαι μόνη σ΄ αυτά που αισθάνομαι.
Στην πανοραμική αυτή θεώρηση της ζωής μιας γυναίκας, το Χρυσό Σημειωματάριο αποτελεί καμπή στη συγγραφική διαδρομή της Λέσσινγκ. Η ηρωίδα είναι κομμουνίστρια, μαγείρισσα, περιπαθής ερωμένη, φίλη.
Στο βιβλίο που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1962 και θεωρείται πλέον ένα από τα μείζονα μυθιστορήματα του 20ού αιώνα, είναι πραγματικά αξιοπρόσεκτο πόσο πρωτοπόρα για την εποχή είναι κάποια ερωτήματα που βάζει, με πόση ευαισθησία αντιμετωπίζουν οι ήρωες πρακτικές και νοοτροπίες που χαρακτηρίζουν γενιές, πόσο ανθρώπινα αμφισβητούνται τα στερεότυπα και τα δόγματα της κομμουνιστικής και της φεμινιστικής ιδεολογίας.
«Πολιτική ταυτότητα, έμφυλη ταυτότητα, προσωπική ταυτότητα. Συναισθηματική απόρριψη, σεξουαλική προδοσία. Κατευναστική μητρότητα: η μάνα δεν δικαιούται να διαλυθεί. Γυναικεία φιλία. Η Ντόρις Λέσινγκ γράφει για τα μεγάλα θέματα με ψυχολογικό ρεαλισμό και νοητικό βάθος, που παρασέρνει τον αναγνώστη. Επιλέγει μια σύνθετη φόρμα με παλίνδρομες κινήσεις στον χρόνο, για να αναδείξει το θέμα της - και το πετυχαίνει. Βέβαια συνδέει με έμφαση τον οργασμό της ηρωίδας της με τον απόλυτο έρωτα, πράγμα που αποδεικνύει πως η μεγάλη κυρία των γραμμάτων, παρά τις διάπυρες δηλώσεις της, είναι στο βάθος μια ρομαντική» είχε γράψει η Σοφία Νικολαϊδου το 2011 για το έργο της.
Εμβληματικό για τη γενιά των sixties, το βιβλίο θεωρήθηκε φεμινιστικό ενώ κάθε άλλο παρά στρατευμένο ήταν στη «γυναικεία υπόθεση. Οι αναγνώστριες χαιρέτισαν την αφήγηση της Λέσσινγκ ως μια αυθεντική καταγραφή της εμπειρίας τους και υιοθέτησαν την Άννα, με τους απογοητευτικούς άνδρες της, την αβέβαιη πολιτική θέση και την μπλοκαρισμένη δημιουργικότητα, ως «αδελφή τους», μια ακόμη γυναίκα που διεκδικούσε πεισματικά την ταυτότητά της.
Κάποιες μάλιστα μετέτρεψαν τη Λέσσινγκ σε φεμινιστικό εικόνισμα, κάτι που η ίδια αρνήθηκε πεισματικά, φτάνοντας μάλιστα να θεωρήσει τη «θηλυκή της οδύσσεια» έργο αποτυχημένο, γιατί η πρόσληψή του έγινε με όρους που το ίδιο το κείμενο ποτέ δεν έθεσε. «Αυτό το μυθιστόρημα δεν ήθελε να είναι ο κράχτης της απελευθέρωσης των γυναικών, ούτε να χρησιμοποιηθεί στον πόλεμο των δύο φύλων», έγραψε στον πρόλογο της δεύτερης έκδοσης του «Σημειωματαρίου» το 1971, έχοντας ήδη κατανοήσει ότι «οι βίαιες κοινωνικοπολιτικές μεταβολές που ζούμε μετακινούν συθέμελα τον κόσμο προς ένα νέο μοντέλο» και ότι «την εποχή που αυτές οι μεταβολές θα έχουν συντελεστεί, οι στόχοι της απελευθέρωσης των γυναικών μπορεί να φαντάζουν πολύ μικροί και αλλόκοτοι».
Αργότερα, δεν θα διστάσει να καταγγείλει το φεμινισμό και τις ακρότητές του. «Δεν έχω τίποτα κοινό με τις φεμινίστριες· αντιθέτως με ενοχλεί η δυσκαμψία, η απολυτότητά τους», σχολίαζε το 1994. «Δεν τους περνάει καν από το μυαλό ότι μια γυναίκα μπορεί να αγαπά τους άνδρες ή να απολαμβάνει τη συντροφιά τους». Η Λέσινγκ αγαπάει τους άνδρες, δεν τους θεωρεί εξ ορισμού εγωιστές, ανώριμους, συναισθηματικά ακατέργαστους, αλλά συντρόφους και συνομιλητές, εξ ίσου συντεθλιμμένους από κοινωνικές δομές και συμβάσεις.
Άγιος Αντώνιος ο Μέγας: Ο Μέγας Αντώνιος είναι Άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας και ο πρώτος ασκητής του Χριστιανισμού, που θεμελίωσε τον Μοναχισμό.
Έζησε στα χρόνια των αυτοκρατόρων Διοκλητιανού και Μαξιμιανού μέχρι και την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου και των παιδιών του. Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του το έζησε ως ασκητής στην έρημο και πέθανε στις 17 Ιανουαρίου του 356, οπότε και εορτάζεται η μνήμη του.
Τα πρώτα χρόνια της ζωής του
Ο Αντώνιος, τον οποίον οι Άγιοι Πατέρες ανακήρυξαν Μέγα, γεννήθηκε επί εποχής Δεκίου, το έτος 251 στο χωριό Κομά της Κάτω Αιγύπτου, κοντά στην Ηρακλεόπολη την Μεγάλη, από πλούσιους αλλά ευσεβείς χριστιανούς γονείς. Από την παιδική του ηλικία τον διακατείχαν η αυτάρκεια η ολιγάρκεια και η εσωστρέφεια ένεκα των οποίων και δεν θέλησε να μάθει γράμματα ούτε να συναναστρέφεται με άλλα παιδιά προκειμένου «να μην αισθάνεται σύγχυση και ανάγκη φροντίδας», ακολουθούσε όμως τους γονείς του συστηματικά σε εκκλησιασμούς όπου και έδινε ιδιαίτερη προσοχή στα ιερά αναγνώσματα.
Όταν σε ηλικία 18 ή 20 ετών έχασε τους γονείς του απέμεινε με την μικρότερη αδερφή του, αναλαμβάνοντας ο ίδιος την φροντίδα του σπιτιού τους. Έξι μήνες μετά το θάνατο των γονιών του ο Αντώνιος άκουσε στην εκκλησία την Ευαγγελική περικοπή της πρόσκλησης του πλουσίου νέου, στην οποία αναφέρεται ότι ο Χριστός είπε: «πώλησόν σου τα υπάρχοντα και δος πτωχοίς και έξεις θησαυρόν εν ουρανώ, και δεύρο ακολούθει μοι» (Ευαγγέλιο του Ματθαίου ιθ΄ 21). Συγκινημένος από την ευαγγελική αυτή περικοπή, διένειμε την περιουσία 300 εύφορων κτημάτων του στους φτωχούς.
Επίσης, εμπιστεύτηκε την αδερφή του σ’ έναν παρθενώνα ανατροφής (δεδομένου ότι μοναστήρια δεν υπήρχαν ακόμα), ενώ ο ίδιος αφού χάρισε προηγουμένως και το σπίτι του, αποσύρθηκε σ’ ένα κελί που έκτισε ο ίδιος σε απομονωμένο μέρος πλησίον του χωριού του. μιμούμενος κάποιον γέροντα ασκητή που έτυχε να γνωρίσει και να θαυμάζει για την αρετή του.
Η ασκητική ζωή
Ο ίδιος αποσύρθηκε στην έρημο όπου έζησε ασκητικά, παραμένοντας έτσι μακριά από υλικούς πειρασμούς και διαφόρων κοινωνικών συμπεριφορών. Κατά τον χρόνο αυτό επισκεπτόταν διάφορους άλλους ασκητές που θαύμαζε την αρετή τους όπου ως «σοφή μέλισσα» επέλεγε τα άνθη της συλλέγοντας το «πνευματικό νέκταρ» της ηθικής και της αρετής.
Ασκούμενος έτσι στην αγρυπνία και την προσευχή και εξ ανάγκης στη νηστεία, τρώγοντας μία φορά την ημέρα περί τη δύση του Ηλίου, ή κάθε δύο μέρες ή και τέσσερις, μόνο άρτο και αλάτι και νερό. Παράλληλα ασχολιόταν με εργόχειρο που αντάλλασσε με τα απαραίτητα επιβίωσης, τρώγοντας ελάχιστα κάθε μέρα, ενώ τα επίλοιπα συνέχιζε να τα χαρίζει σε πτωχούς. Έτσι σ’ αυτό το διάστημα ασχολούμενος με την ανάγνωση ιερών κειμένων παρέμεινε σ’ όλους αγαπητός, πράος, και θαυμαστός. Ποτέ δεν υπερηφανεύθη αλλά ούτε και φιλονίκησε ή λύπησε κανέναν.
Υπό το καθεστώς αυτό δεν άργησε να δέχεται τους πρώτους πειρασμούς του πονηρού πνεύματος είτε σαρκικούς, λόγω της νεότητάς του, είτε σε πονηρούς λογισμούς και ιδέες που του επέβαλε προκειμένου να διακόψει την ασκητική του ζωή.
Οι πειρασμοί αυτοί αφορούσαν άλλοτε τις βιολογικές σαρκικές ορμές και απολαύσεις με οπτασίες νεαρής κοπέλας, άλλοτε με εμβόλιμες ιδέες για τη φροντίδα της αδελφής του που κινδύνευε να γίνει πόρνη και άλλοτε την φιλαργυρία, φιλοδοξία κ.ά. που όμως σ’ όλες τις περιπτώσεις απέτυχαν. Ακολούθησαν ασθένειες όπου ο Αντώνιος με τις συνεχείς προσευχές του κατάφερε να μη τον πτοήσουν.
Την πάλη αυτή είχαν αντιληφθεί ακόμα και οι επισκέπτες του οι οποίοι και τον θαύμαζαν αποκαλύπτοντάς τους ότι «Εγώ δεν ενίκησα, αλλ΄ η χάρις του Θεού, ήτις με ενίσχυσε».
Τελικά, σύμφωνα πάντα με την βιογραφία, βλέποντας το πονηρό πνεύμα ότι αδυνατούσε με τους λογισμούς να πλανήσει τον Άγιο Αντώνιο εμφανίσθηκε μπροστά του ως «μέλαν παιδίον» λέγοντάς του: «Πολλούς επλάνησα, και πολλούς κατέβαλον και ενίκησα, αλλά σε πολεμών ησθένησα». Στην ερώτηση του Οσίου ποιος είσαι εσύ, εκείνο απάντησε: «Εγώ είμαι το πνεύμα της πορνείας και γαργαλίζω τους νέους εις ταύτην την πύρωσιν.
Πολλούς σώφρονας ηπάτησα και πολλάκις ετάραξα και σε, αλλά συ με ενίκησες». Ο Όσιος ευχαριστώντας στη συνέχεια τον Θεό εκδίωξε στη συνέχεια το πνεύμα λέγοντάς του «Δεν σε φοβούμαι πλέον ούτε σε υπολογίζω ποσώς επειδή είσαι μαύρος στον νουν και παιδίον αδύνατος και ευκαταφρόνητος.» Μετά απ’ αυτά το πονηρό πνεύμα έφυγε και δεν τόλμησε πλέον να τον πλησιάσει.
Ο δε Όσιος συνέχισε με προσευχές και αγρυπνία να ενισχύεται σε αρετή έτοιμος ν’ αντιμετωπίσει νέους πειρασμούς.Ο Όσιος Αντώνιος συνεχίζοντας την ασκητική ζωή κοιμόταν σε μια ψάθα στο ύπαιθρο διδάσκοντας πως «όταν οι ηδονές του σώματος ασθενούν τότε ενδυναμώνει η ψυχή», επαναλαμβάνοντας καθημερινά τη ρήση του Αποστόλου Παύλου «Των όπισθεν επιλανθανόμενοι, τοις δε έμπροσθεν επεκτεινόμενοι».
Θάνατος
Ο Μέγας Αντώνιος πέθανε το 356 μ.Χ. Πρόβλεψε με θαυμαστή ακρίβεια το θάνατό του, ο οποίος συνέβηκε σε ηλικία «εγγύς ετών πέντε και εκατόν». Η μνήμη του γιορτάζεται από την Ορθόδοξη Εκκλησία στις 17 Ιανουαρίου. Μία από τις τελευταίες επιθυμίες του Οσίου ήταν να μη φανερωθεί ο τόπος της ταφής του. Ωστόσο, οι μοναχοί που ασκήτευαν κοντά του έλεγαν ότι κατείχαν το ιερό λείψανό του, το οποίο επί Ιουστινιανού (το 561 μ.Χ.), κατατέθηκε στην Εκκλησία του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στην Αλεξάνδρεια και από εκεί αργότερα, το 635 μ.Χ., μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη.
Στην παιδίατρο Αμάνι Μπαλούρ από τη Συρία, απονέμεται το βραβείο «Ραούλ Βάλενμπεργκ» Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Σε μία παιδίατρο από τη Συρία, στην Αμάνι Μπαλούρ, η οποία διατηρούσε υπόγειο νοσοκομείο στην ανατολική Γκούτα της Συρίας την περίοδο 2012-2018, απονέμει το Συμβούλιο της Ευρώπης φέτος το βραβείο «Ραούλ Βάλενμπεργκ» προκειμένου να τιμήσει το θάρρος, τη γενναιότητα και την αφοσίωσή της στη διάσωση εκατοντάδων ζωών κατά τη διάρκεια του συριακού πολέμου.
Μόλις αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο, η Αμάνι Μπαλούρ ξεκίνησε ως εθελόντρια και στη συνέχεια ήταν υπεύθυνη μιας ομάδας 100 ατόμων στο υπόγειο νοσοκομείο «Cave» («Σπηλιά») στη γενέτειρά της, κοντά στην πρωτεύουσα της Συρίας.
Το 2018 η Αμάνι Μπαλούρ έφυγε από τη Συρία και ζει σήμερα στην Τουρκία ως πρόσφυγας. Ωστόσο, συνεχίζει να βοηθάει ανθρώπους μέσα από τη συμμετοχή της σε ένα ταμείο υποστήριξης γυναικών ηγετών και ιατρικού προσωπικού σε πολεμικές ζώνες.
Η τελετή απονομής του βραβείου θα πραγματοποιηθεί την ερχόμενη Παρασκευή στην έδρα του Συμβουλίου της Ευρώπης, ενώ θα ακολουθήσει η προβολή του ντοκιμαντέρ του National Geographic «The Cave», που είναι υποψήφιο για βραβείο Όσκαρ 2020.
Το βραβείο «Ραούλ Βάλενμπεργκ» θεσπίστηκε το 2012 από το Συμβούλιο της Ευρώπης με πρωτοβουλία της σουηδικής κυβέρνησης και του ουγγρικού κοινοβουλίου, στη μνήμη του Σουηδού διπλωμάτη, ο οποίος χρησιμοποίησε την ιδιότητά του για να σώσει δεκάδες χιλιάδες Εβραίους από το Ολοκαύτωμα. Η 17η Ιανουαρίου 2020 σηματοδοτεί την 75η επέτειο της σύλληψης του Ραούλ Βάλενμπεργκ στη Βουδαπέστη.
Το βραβείο που συνοδεύεται από χρηματικό ποσό 10.000 ευρώ απονέμεται κάθε δύο χρόνια σε άτομα, ομάδες ή οργανισμούς που ξεχωρίζουν για τα ανθρωπιστικά επιτεύγματά τους. Το 2016 το βραβείο απονεμήθηκε στην ελληνική ΜΚΟ «Αγκαλιά».
Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, το διαζύγιο και πώς ξεκίνησε να γράφει στίχους μετά τα 50 της. Η χαρτορίχτρα, ο τζόγος και η συνεργασία με τους Τσιτσάνη, Μπιθικώτση, Καζαντζίδη, Χιώτη
Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου ήταν μια γυναίκα με πάθη. Έζησε σε πολύ δύσκολα χρόνια, έξω από τα συντηρητικά στεγανά της εποχής της. Κάπνιζε, ερωτευόταν με πάθος και έπαιζε τζόγο σε πολυτελή σαλόνια. Γεννήθηκε στο Αϊδίνι το 1893 και μεγάλωσε σε μία ευκατάστατη οικογένεια. Σε μικρή ηλικία έχασε τον πατέρα της. Η απώλεια αυτή επηρέασε καθοριστικά τη ζωή της. Από τότε είχε μανία με το εμπόριο. Της άρεσε να πουλάει και να αγοράζει συνεχώς. powered by Rubicon Project Το προξενιό
Στα 17 της η εντυπωσιακή Ευτυχία βρισκόταν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος όλων των νέων του Αϊδινίου. Η μοίρα όμως της επιφύλαξε έναν άντρα πολύ διαφορετικό από εκείνο των ονείρων της. Το 1911 οι γονείς της την πάντρεψαν με τον πλούσιο έμπορο, αλλά και κατά 20 χρόνια μεγαλύτερό της, Κωστή Νικολαΐδη. Απέκτησαν δύο παιδιά. Η εισβολή του τουρκικού στρατού στο Αϊδίνι και οι βαρβαρότητες στις οποίες επιδόθηκαν μαζί με τους Τσέτες έκαναν την οικογένεια της να εγκαταλείψει τη Σμύρνη. Για τα επόμενα τρία χρόνια η Ευτυχία μαζί με τη μητέρα της και τις δυο κόρες της έζησαν αναγκαστικά στην ασιατική Σπάρτη και στην Αττάλεια. Ήταν μία μορφή αιχμαλωσίας. H Ευτυχία Παπαγιαννοπούλπου έζησε τον ξεριζωμό των Ελλήνων της Μικράς Ασίας Στα χρόνια της ιδιότυπης αιχμαλωσίας δεν είχαν οικονομικούς πόρους. Η καπάτσα Ευτυχία βρήκε όμως τον τρόπο να βγάλει χρήματα. Σκέφτηκε ότι θα μπορούσε να ξεπεράσει τα βιοποριστικά της προβλήματα ρίχνοντας χαρτιά.
Είχε μάθει την «τέχνη» από μικρή καθώς παρακολουθούσε την υπηρέτρια, που είχαν σπίτι τους να ρίχνει τα χαρτιά και να παίζει ζάρια. Με αυτόν τον τρόπο κατάφερε και έβγαλε πολλά χρήματα.
Ξεκίνησε ως ηθοποιός στα μπουλούκια Μετά την κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου άρχισε ο ξεριζωμός των Ελλήνων της Μικράς Ασίας. Όλοι οι Έλληνες υποχρεώθηκαν να προωθηθούν στην Αττάλεια και από εκεί στη Ρόδο ή τη Λέρο. Χιλιάδες μικρασιάτες αναζήτησαν μια διέξοδο διαφυγής. Ανάμεσά τους ήταν και η Ευτυχία με τη μητέρα της και τις 2 της κόρες. Ο άντρας της είχε σωθεί και αυτός και έφτασε στην Ελλάδα με άλλο καράβι. Συναντήθηκαν ξανά στον Πειραιά και μαζί εγκαταστάθηκαν στο Χαλάνδρι. Η προσαρμογή όμως δεν ήταν εύκολη.
Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου ήταν η «γριά» του ελληνικού πενταγράμμου Λίγα χρόνια αργότερα η Ευτυχία αποφάσισε να γίνει ηθοποιός. Η απόφαση να ακολουθήσει το όνειρο της, την ωθεί να χωρίσει τον σύζυγο της, αφήνοντας πίσω της μια μεγαλοαστική ζωή για να παίξει στα μπουλούκια. Πολλοί όμως υποστήριξαν ότι πίσω από το χωρισμό αυτό κρυβόταν ένας νέος έρωτας. Αυτός ήταν ο ηθοποιός Νίκος Αλέξιου, ο οποίος υπήρξε και μέντορας της στα πρώτα της βήματα. Αν και χωρίς διαζύγιο συστηνόταν παντού ως Αλεξίου.
Ο έρωτας της ζωής της ήταν ο Γεώργιος Παπαγιαννόπουλος, ένας αστυφύλακας με καλλιτεχνικά ενδιαφέροντα. Το 1932 πέθανε ο Νικολαΐδης, ο πρώτος της άντρας. Έτσι ο δρόμος ήταν πλέον ανοιχτός ώστε η Ευτυχία και ο Παπαγιαννόπουλος να ανέβουν τα σκαλιά της εκκλησίας.
Η Ευτυχία Νικολαΐδη γίνεται πλέον Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου και με αυτό το επίθετο μένει στην ιστορία του ελληνικού τραγουδιού. Έγραφε στίχους και τους έβαζε φωτιά Στον ελεύθερο της χρόνο έγραφε ποιήματα και στίχους. Ωστόσο δεν σκεφτόταν να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη στιχουργία. Όμως όλα άλλαξαν όταν γνώρισε τη Μαρίκα Νίνου που είχε προσωπική και επαγγελματική σχέση με τον Τσιτσάνη. Στην αρχή η Παπαγιαννοπούλου ήταν διστακτική καθώς ένιωθε ποιήτρια κι όχι στιχουργός.
Αυτό το πρόβλημα το έλυσε ο Τσιτσάνης. Ξεκίνησε να γράφει στίχους μετά τα 50 της γι΄ αυτό και ονομάστηκε «γριά» του ελληνικού πενταγράμμου. Η γραφή της ήταν δυνατή και ιδιαίτερη. Έγραφε ακόμη και πάνω σε χαρτί περιτυλίγματος από τον μπακάλη ή από τον χασάπη
Όταν είχε έμπνευση αξιοποιούσε ό,τι είχε διαθέσιμο. Έγραφε τραγούδια πίσω από λογαριασμούς νερού και σε πακέτα τσιγάρων. Η ίδια δεν έδειχνε να συνειδητοποιεί την αξία των στίχων της. Υπήρχαν φορές που ξεχνιόταν. Χαρακτηριστικά όταν δεν είχε σπίρτα, έστριβε το χαρτί, το έβαζε πάνω στη σόμπα για να το ανάψει και έκαιγε έτσι ό,τι στίχους είχε γράψει πάνω του. Άθελα της παραβίασε ένα γυναικείο άβατο και έγινε η πρώτη γυναίκα που εισέβαλε στον ανδροκρατούμενο χώρο του στίχου.
Οι συνεργασίες της διαδέχονταν η μία την άλλη. Τσιτσάνης, Καζαντζίδης, Μπιθικώτσης, Καλδάρας, Χιώτης, Μαίρη Λίντα και Μαρινέλα είναι κάποια από τα μεγάλα ονόματα του ελληνικού πενταγράμμου στα οποία έδωσε τους στίχους της. Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου πέθανε στις 7 Ιανουαρίου 1972....
Έρρικα Μπρόγιερ πέθανε: Πέθανε σε ηλικία 77 ετών μετά από μάχη με τον καρκίνο η γνωστή ηθοποιός χορεύτρια και τραγουδίστρια Έρρικα Μπρόγιερ.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1942 από Έλληνα πατέρα και μητέρα Αυστριακή. Ο πατέρας της ήταν ο ηθοποιός Τέλης Ανθίδης (Αριστοτέλης Μαστραπάς), όμως η Έρρικα, όπως και η αδελφή της Μαργαρίτα, κράτησαν το επίθετο της μητέρας τους για την καριέρα τους. Το 1965 παντρεύτηκε με τον Κώστα Βουτσά και απέκτησαν μαζί μια κόρη, τη Σάντρα. Η Έρρικα Μπρόγιερ μεσουράνησε στον χώρο του ελληνικού κινηματογράφου τις περασμένες δεκαετίες.
Η σπουδαία χορεύτρια εδώ και έναν μήνα ανέβαινε τον δικό της Γολγοθά. Στις 8 Δεκεμβρίου, ο Μαυρίκιος Μαυρικίου, παραγωγός του μιούζικαλ «Η Παριζιάνα», ανακοίνωσε δημοσίως ότι η Έρρικα Μπρόγιερ, η οποία συμμετείχε ως guest στην παράσταση του θεάτρου Broadway, θα απουσίαζε για λίγο καιρό από τη θέση της.
Δυστυχώς όμως τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν έτσι όπως όλοι ήλπιζαν. Έπειτα από πολλές εξετάσεις σε κεντρική κλινική της Αθήνας διαπιστώθηκε σοβαρότατο πρόβλημα υγείας. Η Έρρικα Μπρόγιερ πάλευε για τη ζωή της παραμένοντας στη μονάδα εντατικής θεραπείας έχοντας στο πλευρό της τη μονάκριβή κόρη της, Σάντρα, ενώ και ο Κώστας Βουτσάς είχε ζητήσει να ενημερώνεται καθημερινά για τις εξελίξεις στην υγεία της.
Το 1965, ο Κώστας Βουτσάς παντρεύτηκε την Έρρικα Μπρόγιερ και μαζί απέκτησαν μία κόρη, τη Σάντρα.
Η Έρρικα και η αδερφή της, Μαργαρίτα, τη δεκαετία του ΄60 ξεχώρισαν ως αδερφές Μπρόγιερ και ξεσήκωσαν το κοινό της εποχής με τη φρεσκάδα, την ομορφιά και τη τσαχπινιά τους. Ήταν ίσως το πιο λαμπρό δίδυμο της εποχής. Υπήρξαν άλλωστε ένα από τα πιο γνωστά και αγαπημένα ντουέτα του καλλιτεχνικού χώρου και από τις πιο όμορφες γυναίκες της χρυσής εποχής του ελληνικού κινηματογράφου.
Η Μαργαρίτα Μπρόγιερ είναι μητέρα της Κρίστυς Τσολακάκη και πεθερά του Νίκου Χατζηνικολάου. Οι δυό τους διέγραψαν μια λαμπερή καριέρα στο χώρο του τραγουδιού αλλά και του κινηματογράφου. Η Έρρικα Μπρόγιερ πάντως έχει δηλώσει ότι «Η πιο τσαχπίνα ήμουν εγώ. Η Μαργαρίτα ήταν πιο όμορφη, είχε ωραίο κεφάλι. Γι’ αυτό και την κυνηγούσαν οι μικρότεροι άνδρες, ενώ εμένα οι ηλικιωμένοι, γιατί είχα baby face και με χάζευαν».
Ανέβηκαν τα σκαλιά της εκκλησίας έπειτα από δύο χρόνια σχέσης, Αυτός ήταν ο πρώτος γάμος του ηθοποιού, αλλά λίγο αργότερα πήραν την απόφαση να χωρίσουν. “Ο Κώστας πάντοτε ήταν γυναικάς. Μόνος του μου είχε πει, όταν πια χωρίσαμε «Έρρικα, αυτό με τα χρόνια επιδεινώνεται». Τουλάχιστον, ο Κώστας τα έλεγε. Άλλοι δεν τα λένε” έχει δηλώσει παλιότερα η Ερρικα Μπρόγιερ στην Espresso.
Μετά το διαζύγιο τους, ο Κώστας Βουτσάς παντρεύτηκε τη δεύτερη σύζυγό του, Θεανώ Παπασπύρου με την οποία απέκτησε μαζί δύο κόρες, την Θοδώρα και την Νικολέτα. Και η Έρρικα Μπρόγιερ παντρεύτηκε ξανά, τον Γιάννη Μαρινάκη, έναν άνθρωπο που όπως έλεγε σε συνέντευξή της στο Λοιπόν, ήταν πολύ διαφορετικός από τον Κώστα Βουτσά. Ο δεύτερoς σύζυγός της δεν είχε σχέση με το χώρο. Ήταν δημόσιος υπάλληλος, με καλή θέση και πολύ μορφωμένος. “Τον γνώρισα στα πενήντα. Ήμουν ακόμα πολύ όμορφη. Είχα και μια σχολή χορού και γυμναζόμουν κάθε μέρα. Δεν μπορέσαμε να μείνουμε πολλά χρόνια μαζί. Πέθανε…”, έχει δηλώσει η ίδια.
Φωτεινή Τσαλίκογλου: Η ψυχαναγκαστική αναζήτηση μιας ετοιμοπαράδοτης πλαστικής ευτυχίας
Η συγγραφέας και καθηγήτρια Ψυχολογίας του Παντείου επιχειρεί μια ανασκόπηση της δεκαετίας που τελειώνει. Η επόμενη δεκαετία θα είναι αναπάντεχα καλύτερη. «Σας λέω την αλήθεια! Πιστέψτε με!».
Τη δεκαετία που πέρασε βεβαιότητες που έμοιαζαν ακλόνητες ένιωσα να θρυμματίζονται. Δεσμοί που φάνταζαν ακατάλυτοι είδα να διαρρηγνύονται. Είδα γύρω μου ανθρώπους, δίχως να πάσχουν απαραίτητα από μια ψυχική διαταραχή, να κινούνται στην γκρίζα ζώνη μιας ήρεμης απελπισίας, να επιζούν δίχως να ζουν, θυμίζοντας τον στίχο του Τ.Σ. Έλιοτ «and they go on living and partly living» (και συνεχίζουν να ζουν και εν μέρει μόνο να ζουν).
Είδα τον φόβο στο βλέμμα τους. Στο όνομα του φόβου υψώνεις τείχη ψευδοπροστασίας και αμπαρώνεσαι σε ένα κελί. Κατασκευάζονται φανταστικοί εχθροί που επωμίζονται το βάρος της δικής σου δυσφορίας.
Είδα τις αποχρώσεις να χάνονται και τον κόσμο μας να χωρίζεται σε απόλυτα καλά και απόλυτα κακά αντικείμενα. Είδα φίλους να μεταμορφώνονται στο πι και φι σε εχθρούς. Η δυστυχία βγήκε στους δρόμους. Η θέα των εξαθλιωμένων άστεγων που ψάχνουν στα σκουπίδια σε ταράζει. Ωστόσο, ένα ερώτημα σε πιάνει από τον λαιμό. Από την άλλη όχθη όπου βρίσκεσαι, πόσο νομιμοποιείσαι να ταράζεσαι εκ του ασφαλούς;
Πόσο ανεπαρκής, ίσως και κίβδηλα απενοχοποιητική είναι η εκ του ασφαλούς συμπόνια σου, όποια μορφή και αν αυτή παίρνει; Mε άλλα λόγια, ως πού μπορούν οι μεν να διεκδικήσουν το δικαίωμα να ταράζονται από αυτό που υφίστανται οι δε; Ερωτήματα που κληροδότησε η κρίση και έως σήμερα παραμένουν ανοιχτά. Τη δεκαετία που πέρασε είδα ακόμα να οργιάζει το καθήκον της ευτυχίας.
Η ψυχαναγκαστική αναζήτηση μιας ετοιμοπαράδοτης πλαστικής ευτυχίας, εμπνευσμένης από την ανθούσα βιομηχανία της «ευτυχολογίας». Είδα αυτάρεσκα κλεισμένους σε ένα μικρόψυχο «εγώ» ανθρώπους να γίνονται η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος. Θλιμμένα πλάσματα που έπαιζαν τους χαρούμενους. Τη δεκαετία που πέρασε είδα ακόμα να οργιάζει το καθήκον της ευτυχίας.
Η ψυχαναγκαστική αναζήτηση μιας ετοιμοπαράδοτης πλαστικής ευτυχίας, εμπνευσμένης από την ανθούσα βιομηχανία της «ευτυχολογίας». Είδα αυτάρεσκα κλεισμένους σε ένα μικρόψυχο «εγώ» ανθρώπους να γίνονται η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος. Θλιμμένα πλάσματα που έπαιζαν τους χαρούμενους. Μάσκες που υποδύονταν πρόσωπα. «Να είσαι ευτυχής, να χαμογελάς, να ελπίζεις, στο χέρι σου είναι».
Μια βαθιά ανθρωπιστική κρίση αξιών. Ο κλονισμός μιας στοιχειώδους εμπιστοσύνης στα πράγματα. Αυτό το «δεν ξέρω τι μου ξημερώνει» που υπονόμευσε ένα θεμελιώδες για τον καθέναν μας αίτημα: να έχεις την αίσθηση ή, έστω, την ψευδαίσθηση ότι η επόμενη μέρα, η επόμενη στιγμή, θα είναι περιφρουρημένη από την τρομοκρατία του απροόπτου.
Δηλαδή η επόμενη στιγμή δεν θα θυμίζει τρομοκράτη που εισβάλλει στο μυαλό ή στο σώμα σου και τα τινάζει όλα στον αέρα. Με τη σπαραχτική αβεβαιότητα της επόμενης στιγμής ανοίγει ο δρόμος για το βίωμα μιας αβοήθητης, γυμνής ύπαρξης. Είτε χορτάτη είτε πεινασμένη, η ύπαρξη αυτή δυσκολεύεται να ζήσει.
Δεν είναι να απορείς που η δεύτερη πιο σημαντική ασθένεια στον πλανήτη για το 2020, όπως μας ενημερώνει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, θα είναι η κατάθλιψη. Δηλαδή η ζωή σαν θάνατος πριν από τον θάνατο. Η συλλογική δυσφορία θα μπορούσε να συμβάλει στη δημιουργία ενός ανθρώπινου περιβάλλοντος συνεκτικότητας και αλληλοϋποστήριξης. Κάτι τέτοιο όμως δεν συνέβη.
Θα ομολογήσω όμως ότι το σημαντικότερο γεγονός που με καθόρισε τη δεκαετία που πέρασε ανήκει στην ιδιωτική σφαίρα. Ήταν ο θάνατος της μητέρας μου. Λίγο μετά γεννήθηκε το τρίτο κοριτσάκι της κόρης μου και πήρε το όνομά της: Έλλη. Η δυνατότητα μιας γέννησης καιροφυλακτεί πίσω από κάθε μορφή θανάτου.
Κι αν δεν είναι έτσι, αξίζει να το δούμε έτσι. Μας συμφέρει. Δεν ξέρω τι άλλαξε τα τελευταία δέκα χρόνια. Δεν ξέρω αν ισχύει το «όσο περισσότερο αλλάζει, τόσο το ίδιο μένει». Η ελπίδα είναι ένα άτιμο πράγμα. Αν δεν υπάρχει, σε σκοτώνει. Αν υπάρχει σε πλεόνασμα, γίνεται ένα άδειο περιτύλιγμα.
Ένα ρητορικό σχήμα που πληγώνει μέσα από την αναντιστοιχία του με την πραγματικότητα. Η επόμενη δεκαετία περιμένω να φέρει το τέλος της ελπίδας για ένα καλύτερο χθες, χωρίς την παραίτηση από την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο.
Η επόμενη δεκαετία θα είναι αναπάντεχα καλύτερη. «Σας λέω την αλήθεια! Πιστέψτε με!». Μη χαμογελάτε ειρωνικά! Δεν πρόκειται για μια παιδιάστικη, αφελή ευχή.
Να θυμίσω τον Πασκάλ. «Δεν υπάρχει κανένας σοβαρός λόγος να μην πιστεύει ένας άνθρωπος στα θαύματα» δήλωνε. Δεν πρόκειται για ειρωνεία ούτε για μεταφυσική, αλλά για απλή, ίσως, φυσική. Άλλωστε, ένας μεταγενέστερός του, ένθερμος οπαδός της λογικής, ονόματι Άλμπερτ Αϊνστάιν, παρατηρούσε: «Mόνο δύο τρόποι υπάρχουν να ζει κανείς τη ζωή του.
Ο ένας είναι σαν τίποτα να μην είναι θαύμα. Ο δεύτερος, σαν τα πάντα να είναι θαύμα». Ευτυχές, λοιπόν, το 2020! Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
Σε ηλικία 72 ετών άφησε την τελευταία του πνοή ο σπουδαίος καλλιτέχνης, Θάνος Μικρούτσικος, o οποίος έδινε μάχη με τον καρκίνο. Το τελευταίο διάστημα νοσηλευόταν στο «Metropolitan», έχοντας δίπλα του όλη την οικογένειά του. Η πολιτική κηδεία θα πραγματοποιηθεί τη Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου και ώρα 14:30 στο Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών.
Ο Θάνος Μικρούτσικος κατά τη διάρκεια της καριέρας του έχει δώσει εκατοντάδες συναυλίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Έχει συμμετάσχει ή έχουν παιχτεί έργα του σε πολλά διεθνή φεστιβάλ μουσικής ( Λονδίνο, Γλασκόβη, Εδιμβούργο, Παρίσι, Λίλλη, Λυών, Ρενς, Μονπελιέ, Βρυξέλλες, Λιέγη, Γενεύη, Λοζάννη, Βαρκελώνη, Μαδρίτη, Βερόνα, Φλωρεντία,Βερολίνο, Δρέσδη, Λειψία, Βιέννη, Κωνσταντινούπολη, Βουδαπέστη, Βουκουρέστι, Κοστάντσα, Νόργουιτς, Λουιζιάνα, Σικάγο, Χογκ Κόγκ, Μπουρζ, Μιλάνο, Λισσαβόνα, Άγκυρα, Μοντεβίδεο, Μπουένος Αιρες, Σάο Πάολο, Κάιρο κ.α)
Τα έργα του έχουν εκτελεστεί απ΄ όλες τις ελληνικές ορχήστρες καθώς και από μεγάλες ορχήστρες του εξωτερικού όπως Φιλαρμονική Ορχήστρα της Στοκχόλμης, της Κρακοβίας, της Λιέγης, της Οζάκας, Συμφωνική Ορχήστρα του BBC, Φιλαρμονική Ορχήστρα Δωματίου της Καρλσρούης, Καμεράτα των Βερσαλλιών, Συμφωνιέτα του Μπόρνμουθ, Μούζικα Πολυφώνικα, Χορωδία Αρνολντ Σένμπεργκ της Βιέννης και πολλές άλλες
Συλλυπητήρια του πολιτικού κόσμου Αλ. Τσίπρας: Θα τον θυμόμαστε πάντα
«Ο Θάνος Μικρούτσικος έφυγε για το Σταυρό του Νότου. Η Ελλάδα αποχαιρετά τον συνθέτη, τον καλλιτέχνη, τον ευαίσθητο άνθρωπο, τον παντοτινό εραστή της ελευθερίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Θα τον θυμόμαστε πάντα, μέσα από τη μουσική και τα τραγούδια του, αλλά και από το στίγμα που άφησε η ζωή του κοντά στους ταπεινούς και καταφρονεμένους» το μήνυμα του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ.
Π. Παυλόπουλος: Μεγάλη απώλεια για την Τέχνη και τον Πολιτισμό μας γενικότερα
«Ο θάνατος του Θάνου Μικρούτσικου αποτελεί, αναμφισβήτητα, μεγάλη απώλεια για την Τέχνη και τον Πολιτισμό μας γενικότερα. Και η απώλεια αυτή είναι τόσο περισσότερο επώδυνη, όσο έρχεται σε μιαν εποχή, κατά την οποία τέτοια κενά είναι πολλαπλώς δυσαναπλήρωτα. Εκφράζω τα ειλικρινή μου συλλυπητήρια στους οικείους του» αναφέρει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος στη δήλωση του για τον θάνατο του Θάνου Μικρούτσικου.
Κ. Μητσοτάκης: Σφράγισε την εποχή μας
«Με τη μοναδική μουσική του, αλλά και την πολιτική και κοινωνική του παρουσία, ο Θάνος Μικρούτσικος σφράγισε την εποχή μας. Τον αποχαιρετούμε καθώς ξεκίνησε να συναντήσει το Σταυρό του Νότου. Θερμά συλλυπητήρια στους δικούς του» αναφέρει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σε ανάρτησή του στο twitter για το θάνατο του Θάνου Μικρούτσικου.
Δ. Παπαδημούλης: Σφράγισε μια εποχή. Αντίο Θάνο!
Dim. Papadimoulis ✔ @papadimoulis Ο Θάνος #Μικρουτσικος υπήρξε ο κορυφαίος συνθέτης της γενιάς του. Ιδιοφυής μουσικός, χαρισματική προσωπικότητα και σταθερά με την αριστερά, μέχρι το τέλος της ζωής του. Πάλεψε με θάρρος και πάθος κόντρα στον καρκίνο, μέχρι το τέλος της ζωής του. Σφράγισε μια εποχή. Αντίο Θάνο!
197 9:01 PM - Dec 28, 2019 Twitter Ads info and privacy 44 people are talking about this Φ. Γεννηματά: Τραγουδήθηκε, αγαπήθηκε και πάλεψε
Η δήλωση της Φώφης Γεννηματά, Προέδρου του Κινήματος Αλλαγής για το θάνατο του Θάνου Μικρούτσικου
«Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία» … στη μάχη με το αδύνατο, μέχρι το τέλος. Ήταν ο ίδιος, ο στίχος του Καββαδία. Τραγουδήθηκε, αγαπήθηκε και πάλεψε. Μάχιμος και δημιουργικός συνθέτης της γενιάς του. Αφιερώθηκε και προσέφερε όχι μόνο στο τραγούδι, αλλά συνολικά στον ελληνικό πολιτισμό και στον δημόσιο βίο.
Καλό ταξίδι Θάνο. Ειλικρινή συλλυπητήρια στην οικογένειά του.
ΚΚΕ: Με άφατη θλίψη και βαθιά συγκίνηση αποχαιρετούμε τον ακριβό μας Θάνο Μικρούτσικο
Η ανακοίνωση του ΚΚΕ για τον θάνατο του Θάνου Μικρούτσικου αναφέρει:
Με άφατη θλίψη και βαθιά συγκίνηση αποχαιρετούμε έναν σπουδαίο άνθρωπο, τον ακριβό μας Θάνο Μικρούτσικο. Φαίνεται αβάστακτο, να μάθουμε να ζούμε, χωρίς εκείνον στη σκηνή. Γιατί ο Θάνος Μικρούτσικος δεν υπήρξε μόνο ανεπανάληπτος δημιουργός και συγκλονιστικός ερμηνευτής του έργου του. Πάνω απ’ όλα ήταν ένα ιδιοφυές πνεύμα, σπινθηροβόλο, κοφτερό και ανήσυχο, ένας βαθιά και πλατειά καλλιεργημένος διανοητής. “Οι δημιουργοί δεν γεννιούνται, δημιουργούνται” καθώς ο ίδιος έλεγε. Εχθρός της συνήθειας, της επανάπαυσης και της παραίτησης, αυτός ο γενναίος μαχητής της ζωής, μας καλούσε και με το παράδειγμά του να διεκδικούμε το ακατόρθωτο, να μη φοβόμαστε τον χορό “στο φτερό του καρχαρία”, αν θέλουμε να νικήσουμε κάθε καταναγκασμό, κοινωνικό ή φυσικό, ακόμη και τον θάνατο. Στη φροντίδα για να διαμορφωθούν άνθρωποι ικανοί να κατανικήσουν τη βαρβαρότητα, να κατανοήσουν και να αλλάξουν, να εξανθρωπίσουν τη “γη των Βησιγότθων”, είναι αφιερωμένο το έργο του. Πρωτοπόρο σε μορφή και περιεχόμενο, ένα τέλειο συνταίριασμα της μουσικής με την ποίηση, αλλάζει τη φυσιογνωμία του ελληνικού τραγουδιού, ανατρέπει τις φθαρμένες αστικές αξίες, ιδεολογικές και αισθητικές, ξαφνιάζει, ταράζει και ξεβολεύει, μας υποχρεώνει να κινητοποιήσουμε τη σκέψη, για να φτάσουμε στην ολοκληρωμένη συγκίνηση, στην αλήθεια. Αν και βαθύ, προωθημένο και απαιτητικό, κάποτε παράξενο και πρωτόγνωρο, είναι έργο γνήσια λαϊκό. Όχι μόνο γιατί το περιεχόμενό του ανταποκρίνεται στα λαϊκά συμφέροντα, αλλά και γιατί σέβεται και εξυψώνει τους ανθρώπους του λαού, αντί να τους κρίνει “αφ’ υψηλού” ως ανίκανους τάχα να συλλάβουν το νόημα της μεγάλης τέχνης. Εντυπωσιακή ήταν η απόλυτη ταύτιση καλλιτέχνη και κοινού στις συναυλίες του, ακόμη και με έργα πρωτοποριακά όπως το “Μουσική πράξη στον Μπρεχτ”, αλλά και οι τρεις μεγάλες συναυλίες με τα “Καντάτα για τη Μακρόνησο” και “Σπουδή σε ποιήματα του Βλαδίμηρου Μαγιακόφσκι” που τις αφιέρωσε στα 100 χρόνια του ΚΚΕ, δηλώνοντας στη συνέχεια πως αυτές ήταν οι πιο συγκινητικές στιγμές της ζωής του. Έτσι δεν πρέπει να απορεί κανείς, που ένα μεγάλο λαϊκό πλήθος αγκαλιάζει χρόνια το έργο του, το έχει στα χείλη του στις απεργίες, στις πορείες, στις συγκεντρώσεις, αλλά και στα γλέντια και τις χαρές ή στις μοναχικές στιγμές της περισυλλογής και των μύχιων αγωνιών του. Αυτό το λαϊκό πλήθος δεν τον άφησε στιγμή μονάχο στη σκληρή, ηρωική μάχη του για τη ζωή, στέλνοντάς του καθημερινά κύματα αγάπης, θαυμασμού και ευγνωμοσύνης, όπως θα έκανε για τον πιο πολύτιμο άνθρωπό του. Και πώς ο Θάνος Μικρούτσικος να μην εμπνέει δυνατά αισθήματα “στον δικό του κόσμο, στους δικούς του ανθρώπους”, στα μέλη και τους φίλους του ΚΚΕ, όταν κόντρα στο ρεύμα του συμβιβασμού με το μικρό και “εφικτό”, καλούσε μαζί με το ΚΚΕ σε πάλη για αυτό που στους πολλούς φαντάζει “ανέφικτο”, όταν σε καιρούς αντεπανάστασης σάλπιζε στο πλευρό του ΚΚΕ την αναγκαιότητα της επανάστασης, όταν πρώτος αυτός ανάμεσα στους πρώτους έδωσε το σύνθημα για να βαδίσουν και άλλοι καλλιτέχνες- δημιουργοί στον ίδιο δρόμο. Και πώς να μην κερδίζει τον απεριόριστο θαυμασμό μας όταν στα επιστημονικά συνέδρια της ΚΕ του ΚΚΕ για τον Μπρεχτ, τον Χικμέτ και στο τελευταίο, για τη νέα ελληνική λογοτεχνία μιλώντας για τον Καββαδία, θάμπωνε με την πλατειά, επιστημονική, μαρξιστική γνώση και τη διαλεκτική σκέψη του, όταν την πρώτη εμφάνισή του μετά την επιδείνωση της υγείας του τη χάρισε στο Φεστιβάλ της ΚΝΕ, εκεί όπου δυο χρόνια αργότερα με αφάνταστη δύναμη σε πείσμα της αρρώστιας του, έκλεισε για τελευταία φορά την αυλαία των συναυλιών του, ευτυχισμένος μέσα στη λατρεία του κοινού και των εκλεκτών συνεργατών του, ήσυχος “όπως εκείνοι που έχουν κάνει το καθήκον τους”. Αγαπημένε μας Θάνο, πολύ πιο βαριά και πικρή είναι η απώλειά σου για την οικογένειά σου, την άξια σύντροφό σου Μαρία Παπαγιάννη, τα παιδιά και τα εγγόνια σου. Χάνουμε μπροστά τους, τα λόγια της παρηγοριάς. Κι όμως, η αλήθεια είναι πως τον νίκησες τον θάνατο, τους “ξεγέλασες τους ουρανούς”. Το έργο σου είναι βέλος πύρινο, που σκίζει τον χρόνο. Θα συνεχίζει τη διαδρομή του κι όταν θα χτίζουμε “τις αυριανές μας φάμπρικες, τα λαϊκά μέγαρα, τα κόκκινα στάδια”, όταν θα δικαιωθεί ο σκοπός που αφιέρωσες το ταλέντο, το μυαλό, την καρδιά σου “στην κοινωνία που ο ψαράς θα γράφει ποιήματα και ο ποιητής θα ψαρεύει”. Το έργο σου εκφράζει την ουσία όχι μόνο μιας περιόδου, αλλά μιας ολόκληρης ιστορικής εποχής. Άχρονο, άτοπο, ανεξάντλητο, αθάνατο, όπως αθάνατος Θάνο είσαι κι εσύ.
Συλλυπητήριο μήνυμα της υπουργού Πολιτισμού
«Ο Θάνος Μικρούτσικος, εκτός από σπουδαίος συνθέτης, ήταν μία μεγάλη προσωπικότητα, ένας από τους ανθρώπους, που διαμόρφωσαν τον σύγχρονο ελληνικό Πολιτισμό στις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα και μέχρι σήμερα. Η μουσική του άγγιξε όλους τους Έλληνες και τίμησε τη χώρα μας στο εξωτερικό. Από το λαϊκό τραγούδι και τη μελοποιημένη ποίηση, μέχρι το θέατρο, την όπερα και τη συμφωνική μουσική, το ταλέντο του Θάνου Μικρούτσικου ήταν πολύ μεγάλο για να περιοριστεί σε ένα είδος. Γι΄ αυτό και η απώλειά του αγγίζει όλους μας. Συγκινεί βαθιά όλη την Ελλάδα. Ήταν ένας άνθρωπος με πολιτικό λόγο, τον οποίο εξέφραζε χωρίς δισταγμό. Ένας διανοούμενος, ένας εργάτης του Πολιτισμού, τον οποίο υπηρέτησε και ως υπουργός Πολιτισμού, αλλά και από πολλές ακόμη θέσεις ευθύνης. Το τελευταίο διάστημα αντιμετώπισε την ασθένεια με δύναμη, θάρρος και αξιοθαύμαστη αξιοπρέπεια. Ο ίδιος δεν θα είναι πια κοντά μας, η μουσική του παρακαταθήκη όμως, θα εξακολουθεί να μας συντροφεύει για πολλές δεκαετίες ακόμη και να αποτελεί κομμάτι όλων μας. Εκφράζω τα θερμά μου συλλυπητήρια στην οικογένειά του και στους πολυάριθμους φίλους του.»
Π. Σκουρολιάκος: Θάνο ενώ εσύ θα ταξιδεύεις εμείς θα σε κρατάμε βαθιά ριζωμένο στο νου και την καρδιά μας
Δήλωση τομεάρχη Πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ, Πάνου Σκουρολιάκου, για την απώλεια του Θάνου Μικρούτσικου:
Όσο κι αν φοβόμασταν για το μοιραίο, ελπίζαμε πως τελικά δε θα ερχόταν. Ήταν ο Θάνος που μας έδινε αυτή την ελπίδα, με τη δύναμη του χαρακτήρα του. Την ίδια δύναμη που μαζί με το αστείρευτο ταλέντο του άνοιξε ορίζοντες στη μουσική, το τραγούδι, την αισθητική, τον αγώνα.
Ασυμβίβαστος καλλιτεχνικά και πολιτικά χάρισε στον ελληνικό πολιτισμό δώρα ακριβά, που θα συντροφεύσουν πολλές γενιές ακόμα.
Θάνο ενώ εσύ θα ταξιδεύεις εμείς θα σε κρατάμε βαθιά ριζωμένο στο νου και την καρδιά μας.
Η πορεία του μεγάλου συνθέτη Ο Θάνος Μικρούτσικος γεννήθηκε στις 13 Απριλίου 1947 στη Πάτρα, στην οδό Κορίνθου και Αράτου. Ηταν Κυριακή του Πάσχα. Μεγάλωσε σε μία αστική οικογένεια. Ήταν ο μεγαλύτερος αδελφός του Ανδρέα Μικρούτσικου. Η πρώτη λέξη που άρθρωσε ως παιδί ήταν φως. Είχε πολλούς ήρωες, άλλους εποχικούς, άλλους διαχρονικούς. Μικρό παιδί είχε κολλήσει με τον Ρομπέν των Δασών, ενώ από μια ηλικία και μετά ο Κάρολος Μαρξ έγινε ο προσωπικός του ήρωας. Δεν πίστεψε ποτέ στον Θεό, αλλά σεβόταν απολύτως όσους πίστευαν και είχαν ανάγκη να πιστέψουν σε αυτόν. Λάτρευε την ιστορία και θεωρούσε ότι ο άνθρωπος χωρίς ιστορική συνείδηση, χωρίς γνώση του παρελθόντος, δεν μπορεί να προχωρήσει στο μέλλον, να πάει μπροστά.
Ο παππούς του είχε ένα εργοστάσιο ζυμαρικών, το οποίο το 1937, πριν γεννηθεί, χρεοκόπησε. Μία ημέρα, το 1951, ο Θάνος Μικρούτσικος τεσσάρων χρονών επισκέφθηκε τη θεία του, την Ηλέκτρα, η οποία ήταν σπουδαία πιανίστρια.
Πριν από λίγα χρόνια, είχε χάσει τον σύζυγό της Αριστείδη Μικρούτσικο, ο οποίος ταλαιπωρήθηκε πολύ από την αρρώστια της εποχής, τη φυματίωση. «Οταν ανέβηκα τα εβδομήντα σκαλιά του σπιτιού της λαχανιασμένος, με κοίταξε, με πήρε από το χέρι και με πήγε στο ένα πιάνο. Άρχισε να παίζει ένα "Impromptu" του Σούμπερτ. Εγώ κοίταζα αποσβολωμένος. Τότε μου λέει: “Τώρα, θα το παίξεις εσύ”. Τοποθετεί το δεξί μου χέρι πάνω στο πιάνο και αρχίζει να καθοδηγεί τα δάχτυλά μου με τα δικά της. Ακόμα και τώρα που το αφηγούμαι ανατριχιάζω. Νιώθω την ίδια ηλεκτρική εκκένωση που με είχε διαπεράσει εκείνη τη στιγμή και δεν μου άφηνε καμία αμφιβολία για το τι δρόμο θα ακολουθούσα στη ζωή μου. Αυτή η εμπειρία με τη θεία Ηλέκτρα ήταν το σημείο μηδέν της μετέπειτα μουσικής μου πορείας» είχε αναφέρει στο philenews.com.
Μεγαλώνοντας σε ένα περιβάλλον όπου δεχόταν μουσικές επιρροές, ξεκίνησε τις μουσικές σπουδές του σε μικρή ηλικία στη Φιλαρμονική Εταιρεία της Πάτρας και στο Ελληνικό Ωδείο (θεωρία και πιάνο). Εδειξε έφεση στα γράμματα από νεαρή ηλικία και μετά τις εγκύκλιες σπουδές του, ακολούθησαν οι σπουδές και η αποφοίτηση του από το Μαθηματικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ παράλληλα μελέτησε αρμονία, αντίστιξη και σύνθεση με τον καθηγητή- συνθέτη Γ. Α. Παπαϊωάννου. Στη διάρκεια της επιτυχημένης του καριέρας, ασχολήθηκε με όλα σχεδόν τα είδη μουσικής.
Στα μέσα της δεκαετίας του ‘60, παίζει για πρώτη φορά σε μπουάτ. Με πυλώνες της αισθητικής του αντίληψης τους Μάνο Χατζιδάκι και Μίκη Θεοδωράκη σε ηλικία 20 χρονών γράφει τα πρωτόλειά του, γύρω στα 150 τραγούδια, τα οποία είναι μέχρι σήμερα ανέκδοτα. Τότε δεν είδαν το φως της δημοσιότητας εξαιτίας της λογοκρισίας. Ο ίδιος, όμως, θεωρεί ευτυχές το γεγονός, μια και τα έχει χαρακτηρίσει μιμητικά των προαναφερθέντων δημιουργών.
Απ’ την αρχή, όμως, που συνέβαιναν όλα αυτά μπήκε στη ζωή του και η ποίηση. Ηθικός αυτουργός ο πατέρας του, που, κρατώντας με στην αγκαλιά του από τα πέντε του χρόνια, του διάβαζε ποιήματα σχεδόν κάθε βράδυ. «Από τότε θυμάμαι απ’ έξω ολόκληρο τον Καρυωτάκη, αλλά και Καβάφη και Ρίτσο και όλους σχεδόν τους ελάσσονες ποιητές, που δεν είναι όσο ελάσσονες τους είπαν. Η ποίηση έγινε η δεύτερη διάσταση στην καθημερινότητά μου. Κάποιες φορές έπιανα τον εαυτό μου να μιλάει με στίχους. Αλλά, μη σας παρασύρω σε κάποια εξιδανίκευση του εαυτού μου. Φυσιολογικό παιδί ήμουν, σας διαβεβαιώνω. Με τα παιχνίδια μου μικρός, με τον αθλητισμό και τους έρωτές μου έφηβος, με τις διαδηλώσεις στις τελευταίες τάξεις του γυμνασίου και στο πανεπιστήμιο» είχε δηλώσει ο Ελληνας μουσικοσυνθέτης στον «Ριζοσπάστη».
Ξεκίνησε να συνθέτει στα τέλη της δεκαετίας του 1960, αλλά επίσημα εμφανίστηκε το 1975, με το δίσκο «Πολιτικά τραγούδια». Συνέχισε την πορεία του ως στρατευμένος δημιουργός μελοποιώντας Γιάννη Ρίτσο, Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι, Μάνο Ελευθερίου, Μπέρτολτ Μπρεχτ και άλλους. Οι δίσκοι του «Καντάτα για τη Μακρόνησο», «Φουέντε Οβεχούνα», «Τροπάρια για Φονιάδες», «Μουσική πράξη στον Μπρεχτ» είναι χαρακτηριστικοί του ριζοσπαστικού κλίματος των πρώτων μεταπολιτευτικών χρόνων. Ειδικά, η «Καντάτα για τη Μακρόνησο», έργο πρωτοποριακό για την εποχή του, όπου ο συνθέτης πειραματίστηκε πάνω στην ατονική μουσική, γνώρισε διακρίσεις σε διεθνή φεστιβάλ και συνοδεύτηκε από την ερμηνεία της Μαρίας Δημητριάδη.
Αργότερα, με τον δίσκο «Σταυρός του Νότου», σε ποίηση Νίκου Καββαδία, ανοίχτηκε σε ευρύτερη τραγουδιστική θεματική, υπηρετώντας παράλληλα το θέατρο, καθώς και την ηλεκτρονική και ατονική μουσική. Με την ίδια αγάπη πάντα για τον έμμετρο λόγο συνέχισε να μελοποιεί Γιάννη Ρίτσο, Αλκη Αλκαίο, Κώστα Τριπολίτη, Φρανσουά Βιγιόν, Κωνσταντίνο Καβάφη κι άλλους. Ακόμα, είχε παρουσιάσει την όπερα «Ελένη» και είχε μελοποιήσει παραμύθια.
«Η τέχνη, ξέρετε, είναι μια μορφή εργασίας που εμπεριέχει τη γνώση. Για να γεννηθεί ένα έργο τέχνης χρειάζεται και το ταλέντο και η γνώση. Ετσι λειτουργώ. Αποθηκεύω συναισθήματα και κάποια στιγμή ο μηχανισμός -δεν ξέρω αν είναι πρώτα το μυαλό, η καρδιά ή το χέρι- ενεργοποιείται, αντλώντας από την αποθήκη. Ενώ, λοιπόν, εργάζομαι ακατάπαυστα, δεν κρίνω σκόπιμο να αποτυπώνω σε δίσκους όλα τα έργα μου» είχε υπογραμμίσει στην «Αυγή».
Ο Θάνος Μικρούτσικος είχε συνεργαστεί σχεδόν με όλους τους κορυφαίους Έλληνες τραγουδιστές, όπως οι Χάρις Αλεξίου, Μανώλης Μητσιας, Δημήτρης Μητροπάνος, Δήμητρα Γαλάνη, Ελευθερία Αρβανιτάκη, Χάρης και Πάνος Κατσιμίχας και πάρα πολλοί ακόμα.
Ηταν πάντα ένα έντονα πολιτικοποιημένο άτομο, δηλώνοντας μαρξιστής Είχε πολιτική σκέψη και δεν δίσταζε να τη φανερώσει μέσα από τους στίχους και από την υψηλών προδιαγραφών ποίηση που επέλεγε να ντύσει με τις συνθέσεις του. Για ένα διάστημα είχε ενταχθεί και στο Κομμμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, από το οποίο τελικά αποχώρησε το 1982. Την περίοδο του λεγόμενου «βρώμικου '89» βρέθηκε κοντά στον Ανδρέα Παπανδρέου, στηλιτεύοντας την επιλογή της ηγεσίας της Αριστεράς να συγκυβερνήσει με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, τον οποίο ο Μικρούτσικος αποκάλεσε «αρχιερέα της διαπλοκής».
Στην τελευταία κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου (1993 - 1996) τοποθετήθηκε εξωκοινοβουλευτικός αναπληρωτής υπουργός Πολιτισμού το 1993 και έναν χρόνο αργότερα, το 1994, με τον θάνατο της Μελίνας Μερκούρη, ανέλαβε υπουργός Πολιτισμού, αξίωμα που διατήρησε μέχρι το 1996 και τον σχηματισμό της κυβέρνησης του Κώστα Σημίτη.
Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, είχε δώσει πολλές συναυλίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό, ενώ είχε συμμετάσχει και είχαν παιχτεί έργα του σε πολλά διεθνή φεστιβάλ μουσικής. Ήταν ιδρυτής του Διεθνούς Φεστιβάλ Πάτρας, του οποίου υπήρξε καλλιτεχνικός διευθυντής από το 1986 έως το 1990. Από το 1990 έως το 1993 διετέλεσε καλλιτεχνικός διευθυντής του Μουσικού Αναλογίου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, ενώ τον Οκτώβριο του 1993 ανέλαβε καθήκοντα αναπληρωτή υπουργού Πολιτισμού.
Η μάχη με τον καρκίνο Σε συνέντευξή του στην «Εφημερίδα των Συντακτών», ο κορυφαίος Ελληνας μουσικοσυνθέτης είχε αποκαλύψει πότε και πώς έμαθε για τον καρκίνο. «Ετοιμαζόμουν τον Ιούνιο 2017 να κάνω μια περιοδεία με το έργο του Καββαδία. Μου λέει η γυναίκα μου: μήπως να κάνεις μια εξέταση για το σάκχαρο στην προοπτική των 40 συναυλιών; Η παθολόγος, ως μη όφειλε, μου γράφει να κάνω υπέρηχο άνω και κάτω κοιλίας, βλέποντας κάτι σαν αιμαγγείωμα. Μετά τον υπέρηχο κάνω μαγνητική. Αποδεικνύεται ότι έχω καρκίνο στο συκώτι.
Νομίζω ότι αντιμετωπίζω τον καρκίνο με δύναμη, έτσι πρέπει να γίνεται. Δεν φοβάμαι τον θάνατο. Ούτε τώρα που αρρώστησα. Συντάσσομαι με αυτό που είχε πει ο Γούντι Άλεν πριν από 4-5 χρόνια, όταν ήταν 80 ετών, στους «New York Times»: «Καθόλου δεν φοβάμαι τον θάνατο. Απλώς όταν έρθει, δεν θα ήθελα να είμαι εκεί... Τον αναπαριστώ μάλιστα και στο μυαλό μου. Είμαστε σε ένα ρινγκ εγώ και αυτός. Εγώ 1,70 – τώρα πρέπει να έχω χάσει και κανά δυο πόντους- και αυτός 3 μέτρα ψηλός, φοράμε τα πυγμαχικά μας γάντια και αρχίζει ο αγώνας. Γνωρίζω απολύτως ότι στον 15ο γύρο θα με ρίξει νοκ άουτ. Το στοίχημα που βάζω είναι να τον κερδίζω σε όλους τους προηγούμενους γύρους στα σημεία» είχε αποκαλύψει.
Ο Θάνος Μικρούτσικος ήταν ένας από τους πιο ταλαντούχους, σπουδαίους και μορφωμένους καλλιτέχνες της χώρας μας. Ολα αυτά τα χρόνια κατάφερε να αποκτήσει βαθιά σχέση αμοιβαίας εκτίμησης και αγάπης με τον κόσμο. Ένας άνδρας που έλαμψε σαν ένα αυτόφωτο αστέρι, ο οποίος έφυγε από τη ζωή πριν λίγες ώρες και πήγε να σκορπίσει τη λάμψη του εκεί ψηλά, συνοδευόμενος από τις μουσικές νότες του.. .https://left.gr